Τι πιστεύουμε
Η Κοινωνία Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών και οι Εκκλησίες που την απαρτίζουν, έχουν σαν βάση μόνο τον Λόγο του Θεού δηλαδή την Αγία Γραφή με μοναδικό σύνθημα «μόνο η Γραφή»
Με βάση μόνο την Αγία Γραφή έχουν συντάξει το διάγραμμα Οργάνωσης και Πίστης των Εκκλησιών που την απαρτίζουν.
Παραθέτουμε τα ποιο ενδιαφέροντα απόσπάσματα:
Η Κοινωνία των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών
1.Η Κοινωνία των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών είναι σύνδεσμος άγιας εν Χριστώ κοινωνίας αγάπης και μαρτυρίας των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλη-σιών, που ιδρύθηκαν από το Άγιο Πνεύμα και λειτουργούν στον ελλαδικό χώρο και το εξωτερικό, ως αυτοφυές, αυτόνομο και ανεξάρτητο πνευματικό κίνημα, ως Εκκλησίες κατά τον ορισμό της Καινής Διαθήκης.
Σκοπός της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε.
Σκοπός της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. είναι׃
2.1.1. Η διατήρηση και κατά Χριστόν πνευματική αύξηση των Εκκλησιών αυτών, ώστε να είναι και να παραμένουν Εκκλησίες κατά τον ορισμό της Καινής Διαθήκης.
2.1.2. Η πραγματοποίηση της άγιας μεταξύ τους εν Χριστώ κοινωνίας αγάπης και συνεργασίας, για την κοινή οικοδομή τους κατά Χριστόν.
2.1.3. Η ενθάρρυνσή τους, ώστε να αποτελούν κέντρα άγιας εν Χριστώ ζωής, μαρτυρίας και διάδοσης του Ευαγγελίου του Κυρίου Ιησού Χριστού.
2.1.4. Η κοινή εκπροσώπηση των Εκκλησιών τούτων στις σχέσεις τους με άλλες Εκκλησίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
2.1.5. Η υποστήριξη των δικαιωμάτων των Εκκλησιών αυτών ενώπιον των Αρχών.
Μέσα για την επιδίωξη του σκοπού
Για την πραγματοποίηση του σκοπού τούτου, η Κοινωνία των Ε.Ε.Ε. χρησιμοποιεί τα εξής μέσα׃
3.1.1. Την συνεχή και αμείωτη διατήρηση της πνευματικής επικοινωνίας των Εκκλησιών αυτών με την κεφαλή της Εκκλησίας, τον Αναστημένο Κύριο Ιησού Χριστό, καθώς και με την έμπρακτη άσκηση των μέσων της Χάρης Του, όπως αυτά μνημονεύ-ονται στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων (2׃42).
3.1.2. Την συγκρότηση πνευματικών συνεδρίων, σεμιναρίων, συνελεύσεων, πνευματικών εκδηλώ-σεων.
3.1.3. Την έκδοση περιοδικών, βιβλίων, φυλλαδίων και λοιπών πνευματικών βοηθημάτων.
3.1.4. Την εκτέλεση έργου εσωτερικής και εξωτε-ρικής ιεραποστολής.
3.1.5. Την οικονομική υποστήριξη, σε ειδικές περι-πτώσεις, πνευματικών εργατών (Ποιμένων, Δασκά-λων, Ευαγγελιστών κ.ά.).
3.1.6. Την αμοιβαία συμπαράσταση για την ανέ-γερση και συντήρηση ευκτήριων οίκων.
3.1.7. Την λειτουργία των Παιδικών, Εφηβικών και άλλων Προγραμμάτων στο Σούνιο και αλλού.
3.1.8. Την υποστήριξη και προαγωγή του έργου της Νεολαίας των Εκκλησιών.
3.1.9. Την παρακολούθηση κάθε ζητήματος που αφορά στις Εκκλησίες αυτές και την σχετική τους ενημέρωση.
3.1.10. Την παράσταση ενώπιον των Αρχών για την διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους μέσω και των ειδικών Σωματείων που έχουν ιδρύσει.
3.1.11. Την δημιουργία και συντήρηση Βιβλικής Σχολής, κάτω από την εποπτεία του Ελληνικού Ινστιτούτου της Βίβλου, για την εκπαίδευση των μελών των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών και άλλων, ιδιαίτερα μάλιστα των εργατών του λόγου και του καλάμου, μέσω της λειτουργίας βιβλιοθήκης και αναγνωστηρίου.
3.1.12. Με οποιοδήποτε άλλο νόμιμο μέσον που θα κριθεί πρόσφορο για την επίτευξη του ανωτέρου σκοπού.
Πίστη και Ομολογία των Εκκλησιών της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε.
Γενικά.
4.1.1. Οι Εκκλησίες που αποτελούν την Κοινωνία των Ε.Ε.Ε. έχουν σε γενικές γραμμές την ακόλουθη ομολογία πίστης. Αναγνωρίζουν και ομολογούν:
4.1.1.1. Ως μοναδικό Αρχηγό και Κεφαλή τους τον δοξασμένο στους ουρανούς Κύριο Ιησού Χριστό (Κολ. 1:18, Εφεσ. 4:15).
4.1.1.2. Ως μοναδική πηγή και γνώμονα πίστης και ζωής τους τον γραπτό λόγο του Θεού, την Αγία Γραφή (Βίβλο), αποτελούμενη από 66 βιβλία, της οποίας την πλήρη θεοπνευστία, όπως αυτή εμφανί-ζεται στα πρωτότυπα κείμενα, και διαχρονικότητα αποδέχονται και διακηρύττουν.
Για τον Θεό πιστεύουν και ομολογούν׃
Ότι η έννοια του Θεού εκφράζεται ως ενότητα τριών διακριτών προσώπων, του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος (Ματθ. 28:19, 2Κορ. 13:13 κ.α.).
Ότι τα πολλά ονόματα του Θεού στην Αγία Γραφή παρουσιάζουν τις ιδιότητές Του, οι οποίες είναι αρμονικές και η μία δεν καταργεί την άλλη. Ο Θεός είναι ταυτόχρονα Κυρίαρχος (Δεσπότης), Παντοκράτωρ, Φοβερός, Θεός Κρίσεως, Κύριος των Δυνάμεων, Μέγας, Θεός Ισχυρός, Παντοδύναμος, Παντογνώστης, Ζηλότυπος, Κυριεύων, αλλά και Θεός Αγάπης, Δικαιοσύνης, Υπομονής, Σωτηρίας, Δικαι-ώνων, Ελεήμων, Μακρόθυμος, Ποιμένας των ψυχών, Αληθινός, Πολυεύσπλαχνος, Οικτίρμων, Πιστός κ.ά.
4.2.2.1. Ότι ο λανθασμένος υπερτονισμός της ιδιότητας της κυριαρχίας του Θεού από τον Αυγουστίνο και τον Ιωάννη Καλβίνο τους οδήγησε στην βλάσφημη αντίληψη ότι ο Θεός εξέλεξε προαιωνίως και αυθαιρέτως τους εκλεκτούς για Σωτηρία, ενώ οι υπόλοιποι ήρθαν στην ύπαρξη προορισμένοι για απώλεια.
4.2.2.2. Ότι ο λανθασμένος υπερτονισμός της ιδιότητας της αγάπης του Θεού οδήγησε στην αντι-βιβλική άποψη της "αποκαταλλαγής των πάντων" (ότι τελικά ο Θεός θα τους αποδεχθεί όλους, ακόμα και τον Διάβολο), όπως και στην αντιβιβλική θεωρία του "εκμηδενισμού" (ότι ο Θεός θα εκμηδενίσει εκείνους που κατέληξαν στην Κόλαση για να μη βασανίζονται αιωνίως).
4.2.2.3. Ότι είναι εσφαλμένη διδασκαλία το να επικαλούνται κάποιοι την ιδιότητα της ευσπλαχνίας του Θεού ή ακόμα και άλλες ιδιότητές Του, ώστε λανθασμένα να συμπεραίνουν ότι αρκεί μία απλή επίκληση του Θεού "μέσα τους", χωρίς να έχουν αποδεχτεί τον Ιησού Χριστό Λυτρωτή και Σωτήρα τους, για να βρεθούν μαζί με τους άλλους πιστούς στον Ουρανό.
Ότι ο Θεός Πατέρας είναι η μείζων προσω-πικότητα (Ιωαν. 14:28), ο Βασιλιάς των αιώνων, ο άφθαρτος, ο αόρατος, ο μόνος σοφός Θεός (1Τιμ. 1:17), πηγή κάθε αγαθού, «ἐξ οὗ τὰ πάντα» (από τον οποίο προέρχονται τα πάντα) (1Κορ. 8:6), στον Οποίον ανήκει η πρωτοβουλία τόσο στη δημιουργία (Εφεσ. 3:15), στην οποία δίνει τη ζωή και την κίνηση και την ύπαρξη (Πραξ. 17:25), όσο και στη Σωτηρία (Ρωμ. 8:29, Εφεσ. 3:11).
4.2.3.1. Ότι τον Πατέρα, απρόσιτο σε κάθε δημιούρ-γημα, κανένας δεν είδε ποτέ, ούτε τώρα να Τον δει δύναται. Ο Μονογενής Υιός Του, ο Οποίος είναι στον κόλπο του Πατέρα, Εκείνος Τον έκαμε γνωστό (Ιωαν. 1:18) σε εμάς τους ανθρώπους.
4.2.3.2. Ότι από αγάπη εξαπέστειλε τον Υιό Του τον Μονογενή, τον Κύριο Ιησού Χριστό, να γίνει ο Σωτήρας του κόσμου (Γαλ. 4:4, Ιωαν. 3:16).
4.2.3.3. Ότι είναι Αυτός, ο Θεός του Ευαγγελίου (Ρωμ. 1:1), ο Οποίος ελκύει τον άνθρωπο στον Υιό Του για να του δώσει αιώνια ζωή (Ιωαν. 17:2, 6:44), και είναι από Αυτόν, τον Πατέρα, που εκπορεύεται ο Θείος Παράκλητος, το Πνεύμα της αληθείας.
4.2.3.4. Ότι, ως Πατήρ πάντων, είναι επάνω απ' όλους, και διαμέσου όλων, και μέσα σε όλους τους πιστούς (Εφεσ. 4:6). Σ' Αυτόν τελικά, τον Πατέρα, θα υποταχθεί ο Υιός και έτσι θα υποταχθούν τα πάντα, «ἵνα ᾖ ὁ θεὸς [τὰ] πάντα ἐν πᾶσιν» (για να είναι ο Θεός τα πάντα εν πάσιν) (1Κορ. 15:28).
Ότι ο Θεός Υιός, Θεός Λόγος, ήταν «ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν», τον Πατέρα [«Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λόγος, καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς τὸν θεόν, καὶ θεὸς ἦν ὁ λόγος» (Ιωαν 1:1)].
4.2.4.1. Ότι είναι ο αιώνιος Υιός του Θεού. Συνυπήρχε αιωνίως με τον Πατέρα. Δεν είναι κτίσμα του Θεού Πατέρα. Όταν άρχισε η Δημιουργία της Κτίσης, ο Υιός «ἦν πρὸς τὸν θεόν» (Ιωαν. 1:1). Προϋπάρχει όλης της Κτίσης (Κολ. 1:15-17, Παρ. 30:4, Δαν. 3:25, Ιωαν. 3:16). Η φράση «γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα», που αναφέρεται στο Σύμβολο της Πίστεως της Συνόδου της Νίκαιας, δεν είναι Βιβλική.
4.2.4.2. Ότι είναι ο μονογενής Υιός του Θεού, καθώς ουδέποτε υπήρξε ο Θεός Πατέρας χωρίς την ύπαρξη του Υιού, διότι η Γραφή μας λέει ότι ο Υιός του Θεού είναι «ἀπαύγασμα τῆς δόξης καὶ χαρακτὴρ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ» (Εβρ. 1:3).
4.2.4.3. Ότι η έκφραση «ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε» (Εβρ. 1:5, Εβρ. 5:5, Πραξ. 13:32, 33, Ψαλμ. 2:7, Ρωμ. 1:3, 4) αναφέρεται στην Ανάσταση του Ιησού Χρι-στού.
4.2.4.4. Ότι είναι απαύγασμα της δόξας Του, χαρακτήρας της υπόστασής Του (Εβρ. 1:3) και εικόνα του Θεού του αοράτου (Κολ. 1:15).
4.2.4.5. Ότι μέσω του Υιού και για χάρη Του κτίστηκαν τα πάντα και τα πάντα συντηρούνται από Αυτόν (Κολ. 1:17).
4.2.4.6. Ότι από αγάπη για την Σωτηρία των αμαρτωλών, αν και «ἐν μορφῇ θεοῦ υπάρχων..., ἑαυτὸν ἐκένωσεν μορφὴν δούλου λαβών» (Φιλιπ. 2:6-7) και αφού συνελήφθη εκ Πνεύματος Αγίου και Μαριάμ της παρθένου, έγινε «σὰρξ ... καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ιωαν. 1:14).
4.2.4.7. Ότι Αυτός είναι το ευλογημένο ιστορικό πρόσωπο Ιησούς Χριστός. Αυτόν ο Θεός έχρισε με Πνεύμα Άγιο [«οὐ γὰρ ἐκ μέτρου δίδωσιν τὸ πνεῦμα», είχε δηλ. το πνεύμα χωρίς μέτρο (Ιωαν. 3:34)] και δύναμη να εκτελεί τα έργα του Πατέρα που έμενε μέσα Του (Ιωαν. 14:10), και Αυτός περπάτησε στη Γη ευεργετώντας και θεραπεύοντας όλους τους καταδυναστευομένους από τον Διάβολο (Πραξ. 10׃38).
4.2.4.8. Ότι θανατώθηκε με μαρτυρικό θάνατο αντι-κατάστασης και εξιλασμού στο Σταυρό του Γολγοθά, υπακούοντας στον Πατέρα (Λουκ. 22:42), κατά την ορισμένη βουλή και πρόγνωση του Θεού (Πραξ. 2׃23), δίνοντας έτσι τον εαυτό Του «ἀντίλυτρον ὑπὲρ πάντων» (1Τιμ. 2׃6).
4.2.4.9. Ότι, αφού έκαμε καθαρισμό των αμαρτιών μας (Εβρ. 1:3) με την θυσία Του, αναστήθηκε την τρίτη ημέρα από τους νεκρούς, (Ιωαν. 20:1-7, Πραξ. 2:31-32), αναλήφθηκε στους Ουρανούς και κάθισε στα δεξιά του Θεού, αφού υποτάχθηκαν σε Αυτόν άγγελοι και εξουσίες και δυνάμεις (1Πετρ. 3:22).
4.2.4.10. Ότι την Πεντηκοστή ημέρα από την Ανά-στασή Του, (Πραξ. 2:3-6), έστειλε το Πνεύμα το Άγιο στους μαθητές Του.
4.2.4.11. Ότι Αυτός ο Κύριος Ιησούς Χριστός, στον Οποίον κατοικεί όλο το πλήρωμα της Θεότητας σωματικά (Κολ. 2:9), έχει την αποκλειστική αρχιερα-τική μεσιτεία προς τον Πατέρα για όλους τους πιστούς Του [«πάντοτε ζῶν εἰς τὸ ἐντυγχάνειν ὑπὲρ αὐτῶν», ζων πάντοτε διά να μεσιτεύει υπέρ αυτών (1Τιμ. 2:5, Εβρ. 7:25 κ.α.)].
4.2.4.12. Ότι μέλλει να έλθει για την Αρπαγή της Εκκλησίας Του. Στη Γη θα υπάρξει η Μεγάλη Θλίψη (Ματθ. 24:21, 1Θεσ. 4:16-17). Στη συνέχεια θα εγκαθιδρύσει την Χιλιετή Βασιλεία Του (Αποκ. 22:4).
4.2.4.13. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. απορρίπτουν ως αντιβιβλικές τις απόψεις και διδασκαλίες του Αχιλιασμού, ότι τα περί Αρπαγής, Μεγάλης Θλίψης και Χιλιετούς Βασιλείας είναι συμβολικά.
4.2.4.14. Ότι Αυτός ο δοξασμένος Κύριος Ιησούς Χριστός μέλλει να κρίνει ζώντας και νεκρούς κατά την επιφάνειά Του (Ματθ. 25:31), κατά την τελική κρίση που περιγράφεται ως Κρίση του Λευκού θρόνου (Ιωαν. 5:27-29, Αποκ. 20:11-12).
Ότι ο Θεός Άγιο Πνεύμα (Πράξεις 5:3, 4), ο Παράκλη-τος, εκπορεύεται από τον Πατέρα και αποστέλλεται από τον Πατέρα και από τον Υιό (Ιωαν. 14:16-17, 15׃26, 16׃7). Ονομάζεται Πνεύμα Θεού (Ρωμ. 8:1,14 Κορ. 2:10-11) ή Πνεύμα Χριστού (Ρωμ. 8:9). Ότι το Άγιο Πνεύμα συνεργάστηκε με τον Πατέρα και τον Υιό τόσο στο έργο της Δημιουργίας, μεταφέροντας και κατανέμοντας ζωτική δύναμη και ιδιότητες σε όλη την Δημιουργία (Γεν. 1:2, Ψαλμ.33:6, Ψαλμ. 104:30 και 139:7), όσο και στο έργο της Σωτηρίας της αμαρτωλής ανθρωπότητας (Λουκ. 13:5, Ιωαν. 16:8, Ρωμ. 8:11, Εβρ.9:14), που περιλαμβάνει την Αναγέν-νηση του αμαρτωλού και την πνευματική ανάπτυξη του πιστού (Ιωαν. 3:8, Γαλ. 5:22, Τιτ. 3:5). Μας οδηγεί (Πραξ. 8:29, 10:19, 20, 13:2, 4, 16:6, 20:22, 23, Ρωμ. 8:14), μας δίνει την βεβαίωση ότι είμαστε παιδιά του Θεού (Ρωμ. 8:13-17), μας ενισχύει κατά τον εσωτερικό άνθρωπο (Εφεσ. 3:16), χορηγεί τα χαρίσματα στην Εκκλησία (1Κορ. 11:12). Μας θυμίζει, μας διδάσκει, μας αποκαλύπτει τον Ιησού Χριστό και Τον δοξάζει, μας οδηγεί σε όλη την αλήθεια (Ιωαν. 16:13, 14), είναι ο συγγραφέας του λόγου του Θεού (2Πετρ. 1:21) κ.ά.
Για την Σωτηρία του αμαρτωλού, οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. πιστεύουν και διακηρύττουν׃
Ότι ο άνθρωπος, εξαιτίας της πτώσης του και αποκοπής του από τον Θεό, είναι πνευματικά νεκρός και ανίκανος να σωθεί χωρίς το λυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού. «23 Πάντες γὰρ ἥμαρτον καὶ ὑστε-ροῦνται τῆς δόξης τοῦ θεοῦ 24 δικαιούμενοι δωρεὰν τῇ αὐτοῦ χάριτι διὰ τῆς ἀπολυτρώσεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Ρωμ. 3:23, 24).
Ότι, εντούτοις, μέσα στην ηθική του πτώση, οι νοητικές του δυνάμεις και η θέλησή του δίνουν στον άνθρωπο την δυνατότητα να μπορεί να κατανοήσει την πρόσκληση του Θεού προς Σωτηρία, ώστε να μετανοήσει και να προσέλθει στον Χριστό με πίστη για να σωθεί (Ματθ. 11:28, Ιωαν. 3:16, Πραξ. 3:19, Πραξ. 16:30, 31, Ρωμ. 3:23-24, Εφεσ. 2:1-9, Τίτ. 3:3-7 κ.ά.).
Ότι ο Θεός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας (1Τιμ. 2:4). Συνεπώς εναπόκειται στην ηθική ελευθερία του ανθρώπου να αποδεχτεί ή να απορρίψει την Σωτηρία που έκανε ο Χριστός [«δικαιοσύνη δὲ θεοῦ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς πάντας τοὺς πιστεύοντας. οὐ γάρ ἐστιν διαστολή», δηλ. δικαίωση Θεού μέσω της πίστης του Ιησού Χριστού σε όλους εκείνους που πιστεύουν, γιατί δεν υπάρχει διάκριση (Ρωμ. 3:22)].
Ότι δεν συμφωνούν με την άποψη του Καλβινισμού, ότι ο άνθρωπος έχει πλήρως κατε-στραμμένες τις νοητικές και πνευματικές δυνάμεις και ότι η εκλογή του για Σωτηρία γίνεται αποκλει-στικά από τον Θεό και, κατά συνέπεια, δεν έχει την ελευθερία να αποδεχτεί την πρόσκληση του Θεού [1η θέση του Καλβινισμού "Total Depravity" (Ολο-κληρωτική Εξαχρείωση)].
Ότι ο άνθρωπος σώζεται κατά χάριν (δωρε-άν), αναγνωρίζοντας και καταδικάζοντας την αμαρ-τία του με ειλικρινή μετάνοια και πίστη στον Κύριο Ιησού Χριστό (Ιωαν. 3:36, Πραξ. 16:30-31 κ.ά.). Ως εκ τούτου, η Σωτηρία του αμαρτωλού είναι αποτέλεσμα της συνέργειας αφενός της χάρης του Θεού και αφετέρου της θέλησης του ανθρώπου.
Ότι απορρίπτουν, σε σχέση με την Σωτηρία του ανθρώπου, ότι ο Θεός εκλέγει ποιοι θα σωθούν [2η θέση του Καλβινισμού «Unconditional Election» (Άνευ Όρων Εκλογή)], όπως και ότι ο Χριστός πέθανε μόνο για την Εκκλησία Του, δηλ. για τους εκλεκτούς [3η θέση του Καλβινισμού «LimitedAtonement» (Περιορισμένη Εξιλέωση)], καθώς και ότι δεν μπορεί να αντισταθεί στην Χάρη αυτός που έχει εκλεγεί για Σωτηρία [4η θέση του Καλβινισμού «Irresistible Grace» (Ακαταμάχητη Χάρη)].
Ότι ο αμαρτωλός, μετανοώντας και πιστεύοντας δια μέσου του λόγου του Θεού στον Κύριο Ιησού Χριστό και στο λυτρωτικό Του έργο, λαμβάνει άφεση αμαρτιών, αναγνωρίζεται δίκαιος από τον Θεό (δικαιώνεται) και αναγεννάται από Αυτόν (Ρωμ. 5:1-2, 1Πετρ.1׃3, 23, Ιακ. 1:18 κ.ά.). Ως αποτέλεσμα, σφραγίζεται με το Άγιο Πνεύμα, τον αρραβώνα της απολύτρωσής του (2Κορ. 1:21, 22).
Ότι ο αναγεννημένος άνθρωπος καλείται να ομολογήσει την πίστη του στον Χριστό προφορικά, αλλά και με το βάπτισμα εντός ύδατος, στο όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος (Πραξ. 2:38, 8:36-39, 1Πετρ. 3:21 κ.ά.), να μαθητεύ-σει στον Ιησού Χριστό (Ματθ. 28:19, 20) και να περπατήσει σε νέα ζωή (Ρωμ 6:3, 4).
Ότι το βάπτισμα εντός ύδατος είναι εντολή του Κυρίου και δεν συγχωρεί αμαρτίες, όπως λανθα-σμένα ερμηνεύεται η φράση που εμπεριέχεται στο Σύμβολο της Πίστεως «Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Απορρίπτουν ως αντιβιβλικό το νηπιοβάπτισμα, επειδή το βάπτισμα είναι προσωπι-κή ενσυνείδητη ομολογία πίστης. Το προηγηθέν της πίστης βάπτισμα δεν ισχύει (Μαρκ. 16:16). Η πρακτική της "αφιέρωσης" των νηπίων είναι απλώς μία πράξη ευλογίας προς αυτά. Τονίζεται ότι δεν έχει σωτηριακό χαρακτήρα και δεν πρέπει να θεωρείται αντί ή ως νηπιοβαπτισμός.
Ότι η Αναγέννηση προϋποθέτει την μετά-νοια του αμαρτωλού ανθρώπου και την συσταύ-ρωσή του με τον Χριστό (συμμόρφωση με τον θάνατο του Χριστού), στην οποία και μένει με την πίστη, και την συνανάστασή του σε νέα ζωή, στην οποία περπατεί με την δύναμη του δοσμένου σε αυτόν Αγίου Πνεύματος (Πραξ. 5:32), μέχρι και την τελική ουράνια δόξα. Το περπάτημα στο φως, αν ο πιστός είναι ειλικρινής και συνεπής στην υπακοή του στον Θεό, είναι συνεχές και αδιατάρακτο. Αν υφίστανται αθέλητες πτώσεις, έχει την ευχέρεια της επιστροφής και εξομολόγησης στον Θεό, ώστε, με την πίστη στο εξιλαστήριο έργο του Ιησού Χριστού, να απολαύσει την εν Χριστώ Ιησού άφεση και καθαρισμό των αμαρτιών του (1Ιωαν. 1׃9, 2׃1, 2). Ο Χριστιανός που μένει πιστός στην ομολογία του, πρέπει να είναι απόλυτα βέβαιος για την Σωτηρία του, καθώς και για την αιώνια ασφάλεια της ψυχής του [«πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. 8:38, 39)]. Εκτός από την αμαρτία, καμία εξουσία, καμία δύναμη και κανένας παράγοντας επίγειος ή καταχθόνιος, δεν μπορεί να μετακινήσει τον πιστό από την βεβαιότητα ότι είναι παιδί του Θεού και κληρονόμος της αιώνιας ζωής. Κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να σκέπτεται, (όπως ισχυρίζεται με την θεωρία του ο Καλβίνος), αν είναι εκλεγμένος για Σωτηρία ή όχι, γιατί ο Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (1Τιμ. 2:4). Το μοναδικό γνώρισμα που έχει η ασφαλισμένη ψυχή του πιστού είναι ότι η αμαρτία εκδηλώνεται στην ζωή του ως ατύχημα (1Ιωαν. 1:17), ουδέποτε ως τρόπος ζωής (Γαλ. 5:9). Μπορεί η αμαρτία να τον ξεγελάσει (1Ιωαν. 1:10), ουδέποτε όμως τον κυριεύει (Ρωμ. 6:14), εκτός φυσικά εάν αρνηθεί την πίστη του στον Ιησού Χριστό.
Ότι, αν ηθελημένα εμμένει στην αμαρτία, δεν απολείπεται σε αυτόν θυσία περί αμαρτιών, αλλά κάποια φοβερή εκδοχή κρίσης (Εβρ. 10:26-27). Αν αρνηθεί τον Ιησού Χριστό και το σωτήριο έργο Του, τότε και Εκείνος θα τον αρνηθεί [«εἰ ἀρνησό-μεθα, κἀκεῖνος ἀρνήσεται ἡμᾶς» (2Τιμ. 2:12)]. Στην περίπτωση που κάποιος διαστραφεί και διαπράξει την αμαρτία της βλασφημίας του Αγίου Πνεύματος, τότε αυτός δεν συγχωρείται πλέον [«31 Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, πᾶσα ἁμαρτία καὶ βλασφημία ἀφεθήσεται τοῖς ἀνθρώποις, ἡ δὲ τοῦ πνεύματος βλασφημία οὐκ ἀφεθήσεται, 32 καὶ ὃς ἐὰν εἴπῃ λόγον κατὰ τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἀφεθήσεται αὐτῷ· ὃς δ' ἂν εἴπῃ κατὰ τοῦ πνεύματος τοῦ ἁγίου, οὐκ ἀφεθήσεται αὐτῷ οὔτε ἐν τούτῳ τῷ αἰῶνι οὔτε ἐν τῷ μέλλοντι» (Ματθ. 12:31, 32)].
Λόγοι ξεπεσμού από την Χάρη του Θεού.
4.3.12.1. Εξαιτίας πλανεμένης διδασκαλίας.
[«Ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ' ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν ἀνάθεμα ἔστω» (Γαλ. 1:8), «κατηργήθητε ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ οἵτινες ἐν νόμῳ δικαιοῦσθε τῆς χάριτος ἐξεπέσατε» (Γαλ. 5:4), «τὸ δὲ πνεῦμα ῥητῶς λέγει ὅτι ἐν ὑστέροις καιροῖς ἀποστήσονταί τινες τῆς πίστεως προσέχοντες πνεύμασιν πλάνοις καὶ διδασκαλίαις δαιμονίων» (1Τιμ. 4:1)].
4.3.12.2. Εξαιτίας άτακτης ζωής.
[«Εἰ γὰρ κατὰ σάρκα ζῆτε μέλλετε ἀποθνῄσκειν· εἰ δὲ πνεύματι τὰς πράξεις τοῦ σώματος θανατοῦτε ζήσεσθε» (Ρωμ. 8:13), «1 Οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν ἀδελφοί ὅτι οἱ πατέρες ἡμῶν πάντες ὑπὸ τὴν νεφέλην ἦσαν καὶ πάντες διὰ τῆς θαλάσσης διῆλθον 2 καὶ πάντες εἰς τὸν Μωσῆν ἐβαπτίσαντο ἐν τῇ νεφέλῃ καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ 3 καὶ πάντες τὸ αὐτὸ βρῶμα πνευματικὸν ἔφαγον 4 καὶ πάντες τὸ αὐτὸ πόμα πνευματικὸν ἔπιον ἔπινον γὰρ ἐκ πνευματικῆς ἀκολουθούσης πέτρας ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστός 5 ἀλλ' οὐκ ἐν τοῖς πλείοσιν αὐτῶν εὐδόκησεν ὁ θεός κατεστρώθησαν γὰρ ἐν τῇ ἐρήμῳ 6 ταῦτα δὲ τύποι ἡμῶν ἐγενήθησαν εἰς τὸ μὴ εἶναι ἡμᾶς ἐπιθυμητὰς κακῶν καθὼς κἀκεῖνοι ἐπεθύμησαν 7 μηδὲ εἰδωλολάτραι γίνεσθε καθώς τινες αὐτῶν ὥς γέγραπται Ἐκάθισεν ὁ λαὸς φαγεῖν καὶ πιεῖν καὶ ἀνέστησαν παίζειν 8 μηδὲ πορνεύωμεν καθώς τινες αὐτῶν ἐπόρνευσαν καὶ ἔπεσον ἕν μιᾷ ἡμέρᾳ εἰκοσιτρεῖς χιλιάδες 9 μηδὲ ἐκπειράζωμεν τὸν Χριστόν καθὼς καί τινες αὐτῶν ἐπείρασαν καὶ ὑπὸ τῶν ὄφεων ἀπώλοντο 10 μηδὲ γογγύζετε καθὼς καί τινες αὐτῶν ἐγόγγυσαν καὶ ἀπώλοντο ὑπὸ τοῦ ὀλοθρευτοῦ 11 ταῦτα δὲ πάντα τύποι συνέβαινον ἐκείνοις ἐγράφη δὲ πρὸς νουθεσίαν ἡμῶν εἰς οὓς τὰ τέλη τῶν αἰώνων κατήντησεν 12 ὥστε ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ(1Κορ. 10:1-12), «Δημᾶς γάρ με ἐγκατέλιπεν ἀγαπήσας τὸν νῦν αἰῶνα καὶ ἐπορεύθη εἰς Θεσσαλονίκην Κρήσκης εἰς Γαλατίαν Τίτος εἰς Δαλματίαν» (2Τιμ. 4:10), «19 Ἒχων πίστιν καὶ ἀγαθὴν συνείδησιν ἥν τινες ἀπωσάμενοι περὶ τὴν πίστιν ἐναυάγησαν 20 ὧν ἐστιν Ὑμέναιος καὶ Ἀλέξανδρος οὓς παρέδωκα τῷ Σατανᾷ ἵνα παιδευθῶσιν μὴ βλασφημεῖν» (1Τιμ. 1:19, 20), «15 Καὶ τὴν τοῦ κυρίου ἡμῶν μακροθυμίαν σωτηρίαν ἡγεῖσθε καθὼς καὶ ὁ ἀγαπητὸς ἡμῶν ἀδελφὸς Παῦλος κατὰ τὴν αὐτῷ δοθεῖσαν σοφίαν ἔγραψεν ὑμῖν 16 ὡς καὶ ἐν πάσαις ταῖς ἐπιστολαῖς λαλῶν ἐν αὐταῖς περὶ τούτων ἐν οἷς ἐστιν δυσνόητά τινα ἃ οἱ ἀμαθεῖς καὶ ἀστήρικτοι στρεβλοῦσιν ὡς καὶ τὰς λοιπὰς γραφὰς πρὸς τὴν ἰδίαν αὐτῶν ἀπώλειαν 17 Ὑμεῖς οὖν ἀγαπητοί προγινώσκοντες φυλάσσεσθε ἵνα μὴ τῇ τῶν ἀθέσμων πλάνῃ συναπαχθέντες ἐκπέσητε τοῦ ἰδίου στηριγμοῦ» (2Πετρ. 3:15-17), «20 εἰ γὰρ ἀποφυγόντες τὰ μιάσματα τοῦ κόσμου ἐν ἐπιγνώσει τοῦ κυρίου καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ τούτοις δὲ πάλιν ἐμπλακέντες ἡττῶνται γέγονεν αὐτοῖς τὰ ἔσχατα χείρονα τῶν πρώτων 21 κρεῖττον γὰρ ἦν αὐτοῖς μὴ ἐπεγνωκέναι τὴν ὁδὸν τῆς δικαιοσύνης ἢ ἐπιγνοῦσιν ἐπιστρέψαι ἐκ τῆς παραδοθείσης αὐτοῖς ἁγίας ἐντολῆς 22 συμβέβηκεν δὲ αὐτοῖς τὸ τῆς ἀληθοῦς παροιμίας Κύων ἐπιστρέ-ψας ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα καί ὗς λουσαμένη εἰς κὺλισμα βορβόρου» (2Πετρ. 2:20-22), «4 Ἀδύνατον γὰρ τοὺς ἅπαξ φωτισθέντας γευσαμένους τε τῆς δωρεᾶς τῆς ἐπουρανίου καὶ μετόχους γενηθέντας πνεύματος ἁγίου 5 καὶ καλὸν γευσα-μένους θεοῦ ῥῆμα δυνάμεις τε μέλλοντος αἰῶνος 6 καὶ παραπεσόντας πάλιν ἀνακαινίζειν εἰς μετάνοιαν ἀνασταυροῦντας ἑαυτοῖς τὸν υἱὸν τοῦ θεοῦ καὶ παραδειγματίζοντας» (Εβρ. 6:4), «Βλέπετε ἀδελφοί μήποτε ἔσται ἔν τινι ὑμῶν καρδία πονηρὰ ἀπιστίας ἐν τῷ ἀποστῆναι ἀπὸ θεοῦ ζῶντος» (Εβρ. 3:12), «Φοβηθῶμεν οὖν μήποτε καταλειπομένης ἐπαγ-γελίας εἰσελθεῖν εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ δοκῇ τις ἐξ ὑμῶν ὑστερηκέναι» (Εβρ. 4:1)].
Με βάση τα ανωτέρω, οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. απορρίπτουν ως αντιβιβλική την θεωρία ότι η Σωτηρία σε καμία περίπτωση δεν χάνεται [5η θέση του Καλβινισμού "Perseverance of the Saints" (Αιώνια ασφάλεια των πιστών)].
[«Ὑμεῖς ἐστε τὸ ἅλας τῆς γῆς· ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῇ ἐν τίνι ἁλισθήσεται εἰς οὐδὲν ἰσχύει ἔτι εἰ μὴ βληθῆναι ἔξω καὶ καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων» (Ματθ. 5:13), «Πᾶν κλῆμα ἐν ἐμοὶ μὴ φέρον καρπόν αἴρει αὐτό καὶ πᾶν τὸ καρπὸν φέρον καθαίρει αὐτὸ ἵνα πλείονα καρπὸν φέρῃ» (Ιωαν. 15:2), «Ἐὰν μή τις μείνῃ ἐν ἐμοί ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸ κλῆμα καὶ ἐξηράνθη καὶ συνάγουσιν αὐτὰ καὶ εἰς πῦρ βάλλουσιν καὶ καίεται» (Ιωαν. 15:2), «32 Τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· 33 οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα; 34 καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ. 35 Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν» (Ματθ. 18:32-35), «11 Ὓστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι Κύριε, κύριε ἄνοιξον ἡμῖν 12 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν Ἀμὴν λέγω ὑμῖν οὐκ οἶδα ὑμᾶς» (Ματθ. 25:11, 12), «13 Ἀλλὰ παρακαλεῖτε ἑαυτοὺς καθ' ἑκάστην ἡμέραν ἄχρις οὗ τὸ σήμερον καλεῖται ἵνα μὴ σκληρυνθῇ τις ἐξ ὑμῶν ἀπάτῃ τῆς ἁμαρτίας 14 μέτοχοι γὰρ γεγόναμεν τοῦ Χριστοῦ ἐάνπερ τὴν ἀρχὴν τῆς ὑποστάσεως μέχρι τέλους βεβαίαν κατάσχωμεν (Εβρ. 3:13, 14), «11 Πιστὸς ὁ λόγος· εἰ γὰρ συναπεθάνομεν, καὶ συζήσομεν· 12 εἰ ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν· εἰ ἀρνησόμεθα, κἀκεῖνος ἀρνήσεται ἡμᾶς· 13 εἰ ἀπιστοῦμεν, ἐκεῖνος πιστὸς μένει, ἀρνήσασθαι γὰρ ἑαυτὸν οὐ δύναται» (2Τιμ. 2:11-13), «Χριστὸς δὲ ὡς υἱὸς ἐπὶ τὸν οἶκον αὐτοῦ· οὗ οἶκός ἐσμεν ἡμεῖς ἐάνπερ τὴν παρρησίαν καὶ τὸ καύχημα τῆς ἐλπίδος μέχρι τέλους βεβαίαν κατάσχωμεν» (Εβρ. 3:6), «21 Καὶ ὑμᾶς ποτε ὄντας ἀπηλλοτριωμένους καὶ ἐχθροὺς τῇ διανοίᾳ ἐν τοῖς ἔργοις τοῖς πονηροῖς, 22 νυνὶ δὲ ἀποκατήλλαξεν ἐν τῷ σώματι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ διὰ τοῦ θανάτου παραστῆσαι ὑμᾶς ἁγίους καὶ ἀμώμους καὶ ἀνεγκλήτους κατενώπιον αὐτοῦ, 23 εἴ γε ἐπιμένετε τῇ πίστει τεθεμελιωμένοι καὶ ἑδραῖοι καὶ μὴ μετακινούμενοι ἀπὸ τῆς ἐλπίδος τοῦ εὐαγγελίου οὗ ἠκούσατε, τοῦ κηρυχθέντος ἐν πάσῃ κτίσει τῇ ὑπὸ τὸν οὐρανόν, οὗ ἐγενόμην ἐγὼ Παῦλος διάκονος» (Κολ. 1:21-23), «1 Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσιν μήποτε παραρρυῶμεν 2 εἰ γὰρ ὁ δι' ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν 3 πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύ-της ἀμελήσαντες σωτηρίας ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ κυρίου ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη» (Εβρ. 2:1-3), «28 Ἀθετήσας τις νόμον Μωσέως, χωρὶς οἰκτιρμῶν ἐπὶ δυσὶν ἢ τρισὶν μάρτυσιν ἀποθνῄσκει· 29 πόσῳ δοκεῖτε χείρονος ἀξιωθήσεται τιμωρίας ὁ τὸν υἱὸν τοῦ θεοῦ κατά-πατήσας καὶ τὸ αἷμα τῆς διαθήκης κοινὸν ἡγησά-μενος ἐν ᾧ ἡγιάσθη καὶ τὸ πνεῦμα τῆς χάριτος ἐνυβρίσας» (Εβρ. 10:28, 29), «9 Ἂρα ἀπολείπεται σαββατισμὸς τῷ λαῷ τοῦ θεοῦ 10 ὁ γὰρ εἰσελθὼν εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ καὶ αὐτὸς κατέπαυσεν ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτοῦ ὥσπερ ἀπὸ τῶν ἰδίων ὁ θεός 11 σπουδάσωμεν οὖν εἰσελθεῖν εἰς ἐκείνην τὴν κατάπαυσιν ἵνα μὴ ἐν τῷ αὐτῷ τις ὑποδείγματι πέσῃ τῆς ἀπειθείας» (Εβρ. 4:9-11), «Ὑπομονῆς γὰρ ἔχετε χρείαν ἵνα τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ ποιήσαντες κομίσησθε τὴν ἐπαγγελίαν» (Εβρ. 10:36), «ἡμεῖς δὲ οὐκ ἐσμὲν ὑποστολῆς εἰς ἀπώλειαν ἀλλὰ πίστεως εἰς περιποίησιν ψυχῆς» (Εβρ. 10:39).
Ότι, με τη μετάνοια και την πίστη στον Χριστό, ενώνεται (βαπτίζεται) διά του Αγίου Πνεύματος στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, μέσα στην οποία συντελείται η πνευματική αύξηση του πιστού και η μεταμόρφωσή του στην εικόνα του Χριστού, εμμένοντας στη διδασκαλία των αποστό-λων, στην κλάση (τεμαχισμό) του άρτου, στην κοινωνία και στις προσευχές (Πραξ. 2:42).
Για τους Καρπούς της Σωτηρίας
Η αγία κατά Χριστόν ζωή πηγάζει από τον επουράνιο Χριστό με την πνευματική ένωση του πιστού με Αυτόν, καθώς το κλήμα με την άμπελο και καθώς το μέλος του σώματος με την κεφαλή αυτού (Ιωαν. 15׃5, Ρωμ. 7׃4, Φιλιπ. 1׃11 κ.ά.).
Μια τέτοια ζωή κοινωνίας με τον επουράνιο Κύριο Ιησού Χριστό συνοδεύεται από τον καρπό του Αγίου Πνεύματος, όπως περιγράφεται στην προς Γαλάτας επιστολή του Απ. Παύλου (Γαλ. 5:22).
Τα αγαθά έργα έχουν προετοιμαστεί από τον Θεό για τους πιστούς, ώστε να περπατήσουν σε αυτά και ακολουθούν την πίστη τους στο πρόσωπο του Χριστού ως φυσική συνέπεια της πίστης αυτής (Εφεσ. 2:10, Τιτ. 2:11-14, Ιακ. 2:17 κ.ά.).
Τα αγαθά έργα δεν είναι η αιτία της Σωτηρίας μας, η οποία είναι χάρη και δωρεά του Θεού σε αυτούς που μετανοούν και πιστεύουν στον Χριστό, αλλά αποτέλεσμα και καρπός της Σωτηρίας (Ιωάν. 6:29, Εφεσ. 2:10, Τιτ. 2׃11-14 κ.ά.).
Για τα έργα του μετά την Αναγέννηση, ο Πιστός θα κριθεί στο Βήμα του Χριστού, όχι για απώλεια της Σωτηρίας του, αλλά για την ανταμοιβή του (1Κορ 3:13-15).
Για το Άγιο Πνεύμα (Θεό) οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. πιστεύουν και ομολογούν:
Ότι ο Παράκλητος, το Άγιο Πνεύμα, απεστάλη την ημέρα της Πεντηκοστής στην Εκκλησία και έκτοτε κατοικεί σε αυτήν, αναπληρώνοντας τον Κύριο Ιησού Χριστό στο έργο της οικοδομής, αγιασμού, συμβουλής και οδηγίας της Εκκλησίας.
Ότι μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό, που χορηγούν στην Εκκλησία ενεργήματα και διακονίες (1Κορ. 12׃4-6), Αυτός (το Άγιο Πνεύμα), χορηγεί χαρίσματα όπως Εκείνος θέλει (1Κορ. 12׃4, 11).
Ότι τα χαρίσματα η Εκκλησία τα διακρίνει και χειροτονεί (υποδεικνύει ή αναγνωρίζει) αυτούς που τα κατέχουν για να την υπηρετήσουν (Πραξ. 14׃23, 2Κορ. 8׃19).
Ότι το βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος έγινε την ημέρα της Πεντηκοστής και επαναλαμβάνεται στον κάθε πιστό κατά την Αναγέννησή του, όταν το Πνεύμα τον βαπτίσει ενώνοντάς τον με το σώμα του Χριστού (1Κορ. 12:13).
Ότι δεν υποστηρίζουν την άποψη του βαπτί-σματος εν Πνεύματι ως μία δεύτερη πείρα ανεξάρτητη από την Αναγέννηση του πιστού. Μετά την Αναγέννηση υπάρχουν πληρώσεις του Αγίου Πνεύματος, που τις ενεργεί στον πιστό ο ίδιος ο Παράκλητος, όμως δεν υφίσταται άλλο ξεχωριστό βάπτισμα του Πνεύματος. Το φαινόμενο της γλωσσολαλιάς δεν είναι απόδειξη της βάπτισης με Άγιο Πνεύμα.
[«Τότε Πέτρος πλησθεὶς πνεύματος ἁγίου εἶπεν πρὸς αὐτούς Ἄρχοντες τοῦ λαοῦ καὶ πρεσβύτεροι τοῦ Ἰσραὴλ» (Πραξ. 4:8), «Σαῦλος δέ ὁ καὶ Παῦλος πλησθεὶς πνεύματος ἁγίου καὶ ἀτενίσας εἰς αὐτὸν» (Πραξ. 13:9), «Καὶ μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία ἀλλὰ πληροῦσθε ἐν πνεύματι» (Εφεσ. 5:18)].
4.5.6. Ότι πιστεύουν πως το Πνεύμα το Άγιο υπερ-εντυγχάνει για τους αγίους (παρακαλεί για χάρη των αγίων) (Ρωμ. 8:26), εποπτεύει στη ζωή της Εκκλησίας (Πραξ. 15:28) και την συντροφεύει μέχρι που να την παραδώσει αγνή παρθένο στον ένδοξο Νυμφίο, τον Κύριο Ιησού Χριστό, κατά την παρουσία Του (Αποκ. 22:17). Γι' αυτό, η Εκκλησία οφείλει να αγρυπνεί και να μη λυπεί το Άγιο Πνεύμα, ούτε να το σβήνει (Εφεσ. 4:30, 1Θεσ. 5:19).
Για το Δείπνο του Κυρίου οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. πιστεύουν ότι είναι׃
Εντολή του Κυρίου και εκ μέρους μας υπακοή και ευχαριστία για την γενομένη σε μας Σωτηρία (1Κορ. 11׃24-25).
Ανάμνηση και καταγγελία (εξαγγελία, αναγ-γελία, διακήρυξη, φανέρωση) της εξιλαστήριας θυσίας του Κυρίου Ιησού Χριστού (Λουκ. 22׃19, 1Κορ. 11׃24, 25) και δική μας κοινωνία (συμμετοχή) σε αυτήν.
Αναγνώριση και ομολογία ότι η Εκκλησία είναι ένα σώμα, το οποίο αποτελούν όλοι οι αναγεν-νημένοι (1Κορ. 10:17).
Υπόμνηση του αρραβώνα μας με τον Χριστό και προσδοκία της έλευσης του Κυρίου Ιησού για την Αρπαγή της Εκκλησίας Του «ἄχρι οὗ ἔλθῃ» (1Κορ. 11:26).
Αρωγός θείων ευλογιών στην ψυχή και στο σώμα για τους αξίως μετέχοντες, ενώ φέρνει κρίση πάνω στους αναξίως μετέχοντες (1Κορ. 11:27). Οι πρεσβύτεροι έχουν ευθύνη εάν γνωρίζουν ότι κάποιος είναι σε κατάσταση αμαρτίας και μετέχει στο δείπνο (1Κορ. 5:13, 1Κορ. 12:26, Εβρ. 13:17 ).
Πιστεύουν ότι οι μετέχοντες αναξίως είναι αυτοί που επιμένουν να ζουν σε κατάσταση αμαρτίας.
4.6.7. Πιστεύουν ότι ο άρτος και ο οίνος δεν μετου-σιώνονται σε Σώμα και Αίμα του Κυρίου, αλλά παριστούν αυτά, διότι, όταν το δείπνο καθιερώθηκε από τον Κύριο, αυτός ήταν παρών και ζωντανός (Ματθ. 26:26-28, Ιωαν. 6:53-63).
Για την Αγία Γραφή πιστεύουν και ομολογούν׃
Την απόλυτη θεοπνευστία της Αγίας Γραφής (66 βιβλία), από την Γένεση μέχρι και την Αποκάλυψη (Ρωμ. 1׃2, 2Τιμ. 3׃15-16 κ.ά.).
Ότι αυτή δεν περιέχει τον λόγο του Θεού, αλλά είναι αποκλειστικά ο λόγος του Θεού, η μόνη γραπτή αποκάλυψή Του σε εμάς. Συνεπώς, είναι αναγκαία για την διατήρηση, αύξηση, έλεγχο και επανόρθωση των πιστών (2Τιμ. 3׃14-16) [οὐ γὰρ θελήματι ἀνθρώπου ἠνέχθη ποτέ προφητεία ἀλλ' ὑπὸ πνεύματος ἁγίου φερόμενοι ἐλάλησαν οἱ ἅγιοι θεοῦ ἄνθρωποι» (2Πετρ. 1:21).
Ότι είναι η μόνη πηγή της αλήθειας και ο μόνος κανόνας πίστεως και έργων, πλήρης, επαρκής, ασφαλής και αλάθητος οδηγός σε κάθε περίσταση πνευματικής απορίας και δυσκολίας.
[«Λέγει δὲ Ἀβραάμ· ἔχουσιν Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν» (Λουκ. 16:29),
«Εἶπεν δὲ αὐτῷ· Εἰ Μωσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθή-σονται» (Λουκ. 16:31), «Ὃσα γὰρ προεγράφη εἰς τὴν ἡμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν» (Ρωμ. 15:4), «Ἢ δι' ἡμᾶς πάντως λέγει; δι' ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη ὅτι ἐπ' ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ' ἐλπίδι» (1Κορ. 9:10), «Ταῦτα δὲ πάντα τύποι συνέβαινον ἐκείνοις ἐγράφη δὲ πρὸς νουθε-σίαν ἡμῶν εἰς οὓς τὰ τέλη τῶν αἰώνων κατήντησεν» (1Κορ. 10:11).
Ότι ο λόγος του Θεού είναι διαχρονικός, επειδή εκφράζει το θέλημα του Θεού και, όσον αφορά στην Καινή Διαθήκη, δεν αλλάζει σύμφωνα με τις εποχές και τον ανθρώπινο πολιτισμό [«Δὲν θέλετε προσθέσει εἰς τὸν λόγον τὸν ὁποῖον ἐγὼ σᾶς προστάζω, οὐδὲ θέλετε ἀφαιρέσει ἀπ' αὐτοῦ· διὰ νὰ φυλάττητε τὰς ἐντολὰς Κυρίου τοῦ Θεοῦ σας, τὰς ὁποίας ἐγὼ σᾶς προστάζω» (Δευτ. 4:2), «Πᾶν ὅ,τι προστάζω ἐγὼ εἰς ἐσᾶς, τοῦτο προσέχετε νὰ κάμνητε· δὲν θέλεις προσθέσει εἰς αὐτὸ οὐδὲ θέλεις ἀφαιρέσει ἀπ' αὐτοῦ» (Δευτ. 12:32), «Μή προσθέ-σῃς εἰς τοὺς λόγους αὐτοῦ· μήποτε σὲ ἐξελέγξῃ, καὶ εὑρεθῇς ψεύστης» (Παρ. 30:6), «Ὁ χόρτος ἐξηράνθη, τὸ ἄνθος ἐμαράνθη· ὁ λόγος ὅμως τοῦ Θεοῦ ἡμῶν μένει εἰς τὸν αἰῶνα» (Ησα. 40:8), «Ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν· ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5:18), «Εὐκοπώτερον δέ ἐστιν τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν παρελθεῖν ἢ τοῦ νόμου μίαν κεραίαν πεσεῖν» (Λουκ. 16:17), «Τὸ δὲ ῥῆμα κυρίου μένει εἰς τὸν αἰῶνα. τοῦτο δέ ἐστιν τὸ ῥῆμα τὸ εὐαγγελισθὲν εἰς ὑμᾶς» (1Πετρ. 1:25), «καὶ ἐάν τις ἀφέλῃ ἀπὸ τῶν λόγων τοῦ βιβλίου τῆς προφητείας ταύτης, ἀφελεῖ ὁ θεὸς τὸ μέρος αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς καὶ ἐκ τῆς πόλεως τῆς ἁγίας τῶν γεγραμμένων ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ» (Αποκ. 22:19)].
Ότι αποκαλύπτει το πρόσωπο και το έργο του Ιησού Χριστού.
[«Ἑβδομήκοντα ἑβδομάδες διωρίσθησαν ἐπὶ τὸν λαὸν σου καὶ ἐπὶ τὴν πόλιν τὴν ἁγίαν σου, διὰ νὰ συντελεσθῇ ἡ παράβασις καὶ νὰ τελειώσωσιν αἱ ἁμαρτίαι, καὶ νὰ γείνῃ ἐξιλέωσις περὶ τῆς ἀνομίας καὶ νὰ εἰσαχθῇ δικαιοσύνη αἰώνιος καὶ νὰ σφραγισθῇ ὄρασις καὶ προφητεία καὶ νὰ χρισθῇ ὁ Ἃγιος τῶν ἁγίων» (Δαν. 9:24), «Καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωϋσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν διερμήνευσεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ» (Λουκ. 24:27), «Εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψεν Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ» (Ιωαν. 1:45), «Ὁ δὲ θεός, ἃ προκατήγγειλεν διὰ στόματος πάντων τῶν προφητῶν παθεῖν τὸν χριστὸν αὐτοῦ, ἐπλήρωσεν οὕτως» (Πραξ. 3:18), «Παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις, ὃ καὶ παρέλαβον, ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφὰς» (1Κορ. 15:3)].
4.7.6. Ότι απορρίπτουν τις απόψεις ορισμένων "ορθολογιστών" θεολόγων, σύμφωνα με τις οποίες η Αγία Γραφή απλώς περιέχει τον λόγο του Θεού και δεν είναι ολόκληρη ο λόγος του Θεού, όπως και την άποψη ότι η Αγία Γραφή δεν είναι η μόνη γραπτή αποκάλυψη του Θεού σε εμάς για την Σωτηρία μας, αλλά μπορεί να υπάρχουν και άλλες.
Για τον Γάμο
4.8.1. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. θεωρούν τον γάμο δύο (άρσεν και θήλυ) εν Χριστώ πιστών όχι ανθρώπινη σύμβαση, αλλά ιερό και αδιάλυτο δεσμό αγάπης, κατά το υπόδειγμα του μυστηρίου της ένωσης του Χριστού με την Εκκλησία (Εφεσ. 5:32).
4.8.2. Στον παράδεισο της Εδέμ ο ίδιος ο Κύριος ως νυμφαγωγός έφερε την γυναίκα στον Αδάμ [«Καὶ κατεσκεύασε Κύριος ὁ Θεὸς τὴν πλευράν, τὴν ὁποίαν ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ Ἀδάμ, εἰς γυναῖκα καὶ ἔφερεν αὐτήν πρὸς τὸν Ἀδάμ» ( Γεν. 2:22)].
4.8.3. Κατά τον γάμο πραγματοποιείται μεταξύ του ανδρογύνου συνθήκη ή διαθήκη στην οποία ο Θεός παρίσταται (πνευματικά) ως μάρτυρας.
[«Καὶ ὅτε διέβην ἀπὸ πλησίον σου καὶ σὲ εἶδον, ἰδού, ἡ ἡλικία σου ἦτο ἡλικία ἔρωτος· καὶ ἁπλώσας τὸ κράσπεδόν μου ἐπὶ σέ, ἐσκέπασα τὴν ἀσχημοσύνην σου· καὶ ὥμοσα πρὸς σὲ καὶ εἰσῆλθον εἰς συνθήκην μετὰ σοῦ, λέγει Κύριος ὁ Θεός, καὶ ἔγεινες ἐμοῦ» (Ιεζ. 16:8), «Διότι οὕτω λέγει Κύριος ὁ Θεός· Ἐγὼ θέλω κάμει εἰς σὲ καθὼς ἔκαμες σύ, ἥτις κατε-φρόνησας τὸν ὅρκον, παραβαίνουσα τὴν διαθήκην» (Ιεζ. 16:59), «Καὶ λέγετε, Διὰ τί; Διότι ὁ Κύριος ἐστάθη μάρτυς μεταξὺ σοῦ καὶ τῆς γυναικὸς τῆς νεότητός σου, πρὸς τὴν ὁποίαν σὺ ἐφέρθης δολίως· ἐνῷ αὐτή εἶναι ἡ σύζυγός σου καὶ ἡ γυνή τῆς συνθήκης σου» (Μαλ. 2:14)].
4.8.4. Για τους προαναφερόμενους λόγους, ο γάμος ευλογείται με ειδική ιεροτελεστία, που αποτελεί και το τυπικό του γάμου, με κάθε σοβαρότητα και σεμνότητα. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. δεν τελούν τον γάμο μη αναγεννημένων, αλλά ούτε ενός πιστού με μη αναγεννημένο, επειδή, σύμφωνα με τον λόγο του Θεού, ο σύντροφος του πιστού πρέπει να είναι και αυτός πιστός (2Κορ. 6:14).
4.8.5. Είναι δυνατό όμως, μετά από αίτηση μη αναγεννημένων νεονύμφων, να γίνει ειδική δημόσια εκδήλωση (διακριτή από την τελετή του γάμου), αφού προηγουμένως έχει γίνει άλλος έγκυρος γάμος.
4.8.6. Σκοπός του γάμου είναι πρώτον μεν η τελειοποίηση του χαρακτήρα των συζύγων, με την αμοιβαία αγάπη, αφοσίωση και αλληλοβοήθεια, δεύτερον η τεκνογονία, σύμφωνα με τη θεία ευλογία «αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε» (Γεν. 1:22), και τρίτον η έκφραση (σύναψη) των γενετήσιων σχέσεων (1Κορ. 7:5).
4.8.7. Σύμφωνα με την ρητή εντολή του Κυρίου Ιησού Χριστού, ο γάμος είναι θεσμός ιερός, που γίνεται ενώπιον του Θεού και ως εκ τούτου αδιάλυτος (Ματθ. 19:6).
4.8.8. Επίσης θεωρούν απαράδεκτες τις προ-γαμιαίες σχέσεις, όπως και όλες τις σχέσεις έξω από τον γάμο, οι οποίες, σύμφωνα με τον λόγο του Θεού, καταδικάζονται και ονομάζονται πορνεία ή μοιχεία.
[«Τὰ βρώματα τῇ κοιλίᾳ καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν, ὁ δὲ θεὸς καὶ ταύτην καὶ ταῦτα καταργήσει. τὸ δὲ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ ἀλλὰ τῷ κυρίῳ, καὶ ὁ κύριος τῷ σώματι» (1Κορ. 6:13), «Φεύγετε τὴν πορνείαν. πᾶν ἁμάρτημα ὃ ἐὰν ποιήσῃ ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν·ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει» (1Κορ. 6:18), «Φανερὰ δέ ἐστιν τὰ ἔργα τῆς σαρκός, ἅτινά ἐστιν πορνεία, ἀκαθαρσία, ἀσέλγεια» (Γαλ. 5:19), «Τοῦτο γὰρ ἴστε γινώσκοντες, ὅτι πᾶς πόρνος ἢ ἀκάθαρτος ἢ πλεονέκτης, ὅ ἐστιν εἰδωλολάτρης, οὐκ ἔχει κληρονομίαν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Χριστοῦ καὶ θεοῦ» (Εφεσ. 5:5)].
Σύμφωνα επίσης με τα λόγια του Ιησού Χριστού, και η επιθυμία ξένης γυναίκας θεωρείται μοιχεία.
[«Ἔκαμον συνθήκην μετὰ τῶν ὀφθαλμῶν μου· καὶ πῶς νὰ ἔχω τὸν στοχασμὸν μου ἐπὶ παρθένον;» (Ιώβ 31:1), «Εγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ» (Ματθ. 5:28)].
Για τα προβλήματα στον γάμο και το διαζύγιο
4.9.1. Κατά την Αγία Γραφή, υπάρχουν δύο λόγοι δικαιολογημένης διάλυσης του γάμου׃
4.9.1.1. Η διάλυση εξ αιτίας φυσικού θανάτου.
[«Ἂρα οὖν ζῶντος τοῦ ἀνδρὸς μοιχαλὶς χρηματίσει ἐὰν γένηται ἀνδρὶ ἑτέρῳ· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ ὁ ἀνήρ, ἐλευθέρα ἐστὶν ἀπὸ τοῦ νόμου, τοῦ μὴ εἶναι αὐτὴν μοιχαλίδα γενομένην ἀνδρὶ ἑτέρῳ» (Ρωμ. 7:3).
4.9.1.2. Η διάλυση εξ αιτίας ηθικού θανάτου (μοιχεία ή πορνεία), αφού πρώτα αποδειχθεί το αμάρτημα του ενόχου πέρα από κάθε αμφιβολία.
4.9.2. Επίλυση των προβλημάτων χωρίς διαζύγιο.
4.9.2.1. Αν σε περίοδο ψυχολογικού ερεθισμού ή πνευματικής πτώσης δημιουργηθεί μεταξύ των συζύγων διάσταση, τότε και από τους δύο πρέπει να γίνει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να συμφι-λιωθούν μεταξύ τους.
4.9.2.2. Αν οι σύζυγοι δεν μπορούν να βρουν λύση μόνοι τους, τότε πρέπει να απευθυνθούν στο Πρεσβυτέριο της Εκκλησίας, το οποίο, αν δεν διαθέτει ειδικούς αδελφούς, θα τους παραπέμψει σε ειδικούς αδελφούς με πνευματική πείρα στα ζητήματα αυτά, ώστε να τους βοηθήσουν στη συμφιλίωση και στην ουσιαστική βελτίωση της σχέσης τους.
4.9.2.3. Το διαζύγιο είναι λύση απαράδεκτη (1Κορ. 7:10, 11).
4.9.2.4. Αν το ένα μέλος του ανδρογύνου πιστέψει στον Χριστό και το άλλο μέλος, μολονότι ζει στο φρόνημα του κόσμου, συμφωνεί να συγκατοικεί με το πιστό μέλος, τότε το πιστό μέλος ας μη ζητήσει να χωριστεί από το άπιστο (1Κορ. 7:12, 13).
4.9.2.5. Αν ο μη πιστός σύζυγος εγκαταλείψει ή αποδιώξει την πιστή στον Χριστό γυναίκα του και ζητήσει διαζύγιο, η πιστή γυναίκα μπορεί να συγ-κατατεθεί σε αυτό. Το ίδιο ισχύει και αντίστροφα, αν δηλαδή η μη πιστή γυναίκα αφήσει τον πιστό άνδρα της (1Κορ. 7:15).
4.9.2.6. Αν το άπιστο μέλος του ανδρογύνου ζητήσει το διαζύγιο και το λάβει, τότε το πιστό μέλος δεν είναι ηθικά υποχρεωμένο να επιδιώξει με πρωτο-βουλία του την εκ νέου συμφιλίωση (1Κορ. 7:15).
4.9.2.7. Αν όμως το άπιστο μέλος που διέλυσε τον δεσμό μετανοήσει και επιθυμήσει να επιστρέψει για να συγκατοικήσει και πάλι με το πιστό μέλος, τότε το πιστό μέλος δύναται να συμφιλιωθεί, εάν το θέλει, εφόσον τούτο είναι εφικτό (υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει συναφθεί άλλος γάμος ή εξωσυζυγική σχέση από το άπιστο μέλος, με την ευθύνη του οποίου διαλύθηκε ο γάμος με το πιστό μέλος), επειδή υπάρχει πιθανότητα να σωθεί αυτός που μετανόησε (1Κορ. 7:16).
Προϋποθέσεις για σύναψη νέου γάμου
4.10.1. Στην περίπτωση διάλυσης του γάμου εξ αιτίας φυσικού θανάτου ή στην περίπτωση διάλυσης του γάμου εξ αιτίας ηθικού θανάτου (μοιχεία, πορνεία), το μέλος που δεν έχει την ευθύνη μπορεί, αν θέλει, να συνάψει νέο γάμο με άλλο πρόσωπο (Ματθ. 19:9), πάντοτε όμως εν Κυρίω (1Κορ. 7:39). Θα είναι, μάλιστα, περισσότερο μακάριο εάν μείνει άγαμο [«μακαριωτέρα δέ ἐστιν ἐὰν οὕτως μείνῃ» (1Κορ. 7:40)].
4.10.2. Το εγκαταλειμμένο πιστό μέλος του ανδρογύνου μπορεί να έλθει σε νέο γάμο μόνον εφόσον το άλλο μέλος που αποχωρίστηκε έχει δεσμευτεί με άλλο πρόσωπο. Η περίπτωση αυτή ανήκει στην κατηγορία του ηθικού θανάτου του μέλους που αποχωρίστηκε από την οικογένεια και δεσμεύτηκε με τρίτο πρόσωπο, είτε με εξώγαμη σχέση, είτε με γάμο.
Για τον θάνατο
4.11.1. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. πιστεύουν ότι ο θάνατος δεν είναι το τέρμα της ζωής ή η διάλυση ή η εκμηδένιση της προσωπικότητας του ανθρώπου, αλλά φυσικό αποτέλεσμα της φθαρτής ζωής του ανθρώπου.
4.11.2 Η προοπτική και το γεγονός του θανάτου υπηρετεί τους ευρύτερους παιδαγωγικούς σκοπούς του Θεού (1Κορ. 11:29-32, Πραξ. 5:4, 5, 9, 10).
4.11.3. Γι' αυτό, καθώς πιστεύουν στο θρίαμβο της εν Χριστώ λυτρωμένης ψυχής, οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. λυπούνται φυσικά την ώρα του θανάτου για την αναχώρηση από τον κόσμο τούτο του συγγενούς, αδελφού και συστρατιώτη, εξαιτίας του προσωρινού αποχωρισμού, όμως παράλληλα μακαρίζουν τον αποδημήσαντα αδελφό ή αδελφή και χαίρονται για το ένδοξο μέλλον του, επειδή «τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» και «τὸ ἀναλῦσαι καὶ σὺν Χριστῷ εἶναι, πολλῷ [γὰρ] μᾶλλον κρεῖσσον» (Φιλιπ. 1:21, 23). Επειδή «θαρροῦμεν δὲ καὶ εὐδοκοῦμεν μᾶλλον ἐκδημῆσαι ἐκ τοῦ σώματος καὶ ἐνδημῆσαι πρὸς τὸν κύριον» (2Κορ. 5:8).
4.11.4. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. κηδεύουν και ενταφιάζουν το σώμα του νεκρού και πιστεύουν ότι στο μέλλον το σώμα αυτό θα αναστηθεί κατά την Αρπαγή της Εκκλησίας στο συμβάν που αναφέρεται ως πρώτη Ανάσταση (Αποκ. 20:5), με τη δύναμη του Υιού του Θεού, ως πνευματικό σώμα, για να συνδεθεί και πάλι με την ψυχή, και έτσι να ολοκληρωθεί ο δοξασμένος άνθρωπος, τον οποίο ο θάνατος είχε προσωρινά διαχωρίσει.
4.11.5. Οι υπερβολικοί οδυρμοί και τα μοιρολόγια είναι εκδηλώσεις ασυμβίβαστες με τη ζωντανή πίστη του Ευαγγελίου. Ο πιστός λυπείται μεν, αλλά, όπως λέει η Γραφή, δεν λυπείται καθώς και οι υπόλοιποι άνθρωποι που δεν έχουν ελπίδα [«Μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα» (1Θεσ. 4:13)].
4.11.6. Ο εν Χριστώ πιστός πρέπει να δέχεται τον χωρισμό διά του θανάτου ως υπέρτατη βουλή του Θεού, ο Οποίος κατευθύνει τα πάντα, σύμφωνα με το πάνσοφο σχέδιό Του, για το αγαθό των λυτρωμένων Του. Γι' αυτό και οι ύμνοι που ψάλλονται στην κηδεία δεν έχουν τόνο απελπισίας, αλλά το αντίθετο, έχουν τόνο θριάμβου και θερμής πίστης για την προσωπική συνάντηση του αδελφού ή της αδελφής που έφυγε με τον λατρευτό Σωτήρα μας και ελπίδα μελλοντικής συνάντησης μαζί του.
Για την μετά θάνατο κατάσταση
4.12.1. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. δεν πιστεύουν στην εκμηδένιση της ψυχής, αλλά στην μετά θάνατο αιώνια διατήρησή της και στην τελική μετάβασή της στον Ουρανό ή στην Κόλαση (Ματθ. 10׃28, Ματθ. 25:46).
4.12.2. Ο πιστός μετά τον θάνατό του μεταβαίνει στον Χριστό (Πραξ. 7:55-59, Φιλιπ. 1׃21, 23, 2Κορ. 5׃8 ).
4.12.3. Απορρίπτουν την θεωρία του "εκμηδενισμού της ψυχής". Απεναντίας, πιστεύουν στην αιωνιότητά της τόσο στον Ουρανό όσο και στην Κόλαση.
4.12.4. Τα μνημόσυνα υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του θανόντος δεν έχουν καμία θέση στους πιστούς και στις Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε.
Για την Ανάσταση των νεκρών
4.13.1. Πιστεύουν στην πρώτη Ανάσταση των εν Κυρίω αποθανόντων, που θα πραγματοποιηθεί κατά την Αρπαγή της Εκκλησίας (1Θεσ. 4:15-17).
4.13.2. Πιστεύουν επίσης και στη δεύτερη Ανάσταση των νεκρών, δικαίων και αδίκων, των μεν δικαίων σε αιώνια ζωή, των δε αδίκων σε ονειδισμό και καταισχύνη αιώνια (Δαν. 1:22, Ματθ. 25:46, Ιωαν. 5:29).
4.13.3. Την Ανάσταση των νεκρών θα πραγματο-ποιήσει ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ως έργο που Του δόθηκε από τον Πατέρα (Ιωαν. 5:21), κατά το πρότυπο της δικής Του Ανάστασης (Ιωαν. 5:28, 29, Φιλιπ. 3:20, 21).
Για τον Αντίχριστο, την Μεγάλη Θλίψη, την Χιλιετή Βασιλεία.
4.14.1. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. πιστεύουν στη μελλοντική εμφάνιση ενός παγκό-σμιου πολιτικό-θρησκευτικού ηγέτη, ο οποίος θα είναι πλήρως παραδομένος στις ανθρωποκτόνες διαθέσεις του Διαβόλου (1Ιωαν. 2:18, 22, 2Ιωαν. 1:7, 2Θεσ. 2:3, 4, Δαν. 9:27, Δαν. 12:11).
4.14.2. Η Γραφή τον αναφέρει ως Αντίχριστο και Θηρίο (1Ιωαν. 2:18, Αποκ.13:1-4). Θα κυβερνήσει την ανθρωπότητα για μία επταετία και θα ξεκινήσει διωγμό εναντίον των πιστών και μία σειρά εξοντω-τικών πολέμων που, μαζί με τις φυσικές καταστρο-φές που θα υφίστανται, θα εξολοθρεύσουν το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας, σε μία περί-οδο που ονομάζεται Μεγάλη θλίψη (Μαρκ. 13:19).
4.14.3. Μετά την επταετή διακυβέρνηση του Θηρίου, ο Ιησούς Χριστός θα έλθει στη Γη, θα συλλάβει τον Αντίχριστο και τον Ψευδοπροφήτη, τους οποίους θα ρίξει στην λίμνη του πυρός, θα καταστρέψει το κράτος τους και θα ξεκινήσει την δική του Χιλιετή Βασιλεία επάνω στη Γη (Αποκ. 19:20, Αποκ. 20:4-5).
Για την Κρίση
4.15.1. Πιστεύουν ότι κάθε άνθρωπος μέλλει να αντιμετωπίσει κάποτε τον Θεό ως Κριτή του, για να κριθεί σύμφωνα με τα έργα που έπραξε κατά την ενσώματη κατάστασή του (Εβρ. 9:27, Ρωμ. 2:1-10, Αποκ. 20:12).
4.15.2. Εντούτοις, ο πιστός στον Ιησού Χριστό δεν θα κριθεί στην τελική Κρίση, γιατί έχει ήδη μεταβεί από τον θάνατο στη ζωή (Ιωαν. 5:24). Μέλλει όμως να παρασταθεί στο Βήμα του Κυρίου Ιησού Χριστού, για να λάβει ανάλογα με ό,τι διά του σώματος έπραξε, είτε αγαθό είτε φαύλο (2Κορ. 5:10, Ρωμ. 14:10-12).
4.15.3. Η Κρίση τόσο των πιστών στο Βήμα του Κυρίου, όσο και των ασεβών στο Μεγάλο Λευκό Θρόνο, είναι έργο του Κυρίου Ιησού Χριστού, το οποίο έδωσε σε Αυτόν ο Πατέρας Θεός (Ιωαν. 5:22, 27, Πραξ. 17:31, Αποκ. 20:11).
Για τους Αγίους
4.16.1. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. παραδέχονται αναρίθμητους Αγίους και «νέφος μαρτύρων» (Εβρ. 12:1). Είναι όλοι αυτοί που δέχτηκαν τον Ιησού Χριστό ως προσωπικό τους Σωτήρα και όλοι τους ανεξαιρέτως οφείλουν την Σωτηρία τους και τον Αγιασμό τους στο εξιλαστήριο Αίμα του Ιησού Χριστού (Αποκ. 5:9).
4.16.2. Μακαρίζουμε όλους τους Αγίους και διδα-σκόμαστε από το παράδειγμά τους, όμως δεν τους προσκυνούμε και δεν τους λατρεύουμε, γιατί, σύμφωνα με τον λόγο του Θεού, η προσκύνηση και η λατρεία ανήκει μόνο στον Θεό (Αποκ. 22:9, Εξοδ. 20:4, 5).
4.16.3. Οι αποβιώσαντες Άγιοι δεν μπορούν να μεσιτεύσουν προς τον Θεό για τους ζώντες ανθρώπους, διότι, σύμφωνα με τον λόγο του Θεού, ένας μεσίτης υπάρχει μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ο Ιησούς Χριστός. Για τον λόγο αυτό, δεν έχει ισχύ η προσευχή προς τους Αγίους. Επίσης οι αποβιώ-σαντες Άγιοι δεν έχουν την ιδιότητα της απανταχού παρουσίας (την οποίαν έχει μόνον ο Θεός), οπότε δεν ακούν τις προσευχές που γίνονται προς αυτούς [«Εἷς γὰρ θεός εἷς καὶ μεσίτης θεοῦ καὶ ἀνθρώπων ἄνθρωπος Χριστὸς Ἰησοῦς» (1Τιμ. 2:5)].
Για τον εκκλησιασμό
4.17.1. Οι Ελεύθερες Ευαγγελικές Εκκλησίες συνιστούν στα μέλη τους να συναθροίζονται όχι μόνο την Κυριακή, αλλά και καθ' όλη την διάρκεια της εβδομάδας, ανάλογα με το πρόγραμμα της κάθε Εκκλησίας, σύμφωνα με την προτροπή του Λόγου του Θεού (Εβρ. 10:25).
4.17.2. Στις συνάξεις των Ελευθέρων Ευαγγε-λικών Εκκλησιών πραγματοποιείται, όπως και στην πρώτη Αποστολική Εκκλησία (Πραξ. 2:42):
4.17.2.1. Διδασκαλία μέσα από την Αγία Γραφή από άρρενα μέλη της τοπικής Εκκλησίας, αλλά και άλλων Εκκλησιών, τα οποία έχουν το χάρισμα της διδασκαλίας.
4.17.2.2. Οι Ελεύθερες Ευαγγελικές Εκκλησίες δεν δέχονται διδασκαλία από γυναίκες στην Εκκλησία, σύμφωνα με τον λόγο του Θεού (1Τιμ. 2:12, 1Κορ. 14:34). Μπορούν όμως και πρέπει οι γυναίκες να διδάσκουν τα παιδιά τους (Δευτ. 6:7, Παρ. 1:8), τα παιδιά των Κυριακών Σχολείων, καθώς και σε ιδιαίτερες συνάξεις γυναικών, σύμφωνα με τον λόγο του Θεού [«2 Πρεσβύτας νηφαλίους εἶναι, σεμνούς, σώφρονας, ὑγιαίνοντας τῇ πίστει, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ὑπομονῇ· 3 πρεσβύτιδας ὡσαύτως ἐν καταστήματι ἱεροπρεπεῖς, μὴ διαβόλους μὴ οἴνῳ πολλῷ δεδουλω-μένας, καλοδιδασκάλους, 4 ἵνα σωφρονίζωσιν τὰς νέας φιλάνδρους εἶναι, φιλοτέκνους 5 σώφρονας ἁγνὰς οἰκουργοὺς ἀγαθάς, ὑποτασσομένας τοῖς ἰδίοις ἀνδράσιν, ἵνα μὴ ὁ λόγος τοῦ θεοῦ βλασφη-μῆται» (Τιτ. 2:2-5)].
4.17.2.3. Κοινωνία, όπως π.χ. συναναστροφές, συνεστιάσεις κ.ά. (Πραξ. 2:42).
4.17.2.4. Κλάση (τεμαχισμό) του άρτου (Δείπνο Κυρίου), το οποίο διανέμεται μόνο σε πιστά μέλη της Εκκλησίας από διακόνους της Εκκλησίας ή και σε μέλη άλλων Εκκλησιών, τα οποία λαμβάνουν μέρος στο Δείπνο του Κυρίου στη δική τους Εκκλησία και τυχαίνει να παρευρίσκονται σε άλλη Εκκλησία (1Κορ. 11:23-29).
4.17.2.5. Προσευχές, κατά τις οποίες οι πιστοί προ-σεύχονται με αγάπη για όλους τους ανθρώπους και ιδιαίτερα για την πατρίδα μας, «ἵνα ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι» (1Τιμ. 2:1, 2).
Για τις σχέσεις των μελών των Εκκλησιών προς τις Κρατικές Αρχές.
Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. αποδέχονται και διδάσκουν υποταγή των μελών τους στις Κρατικές Αρχές και Εξουσίες, εφόσον οι πράξεις και οι εντολές τους δεν αντίκεινται στις εντολές του Θεού (Ρωμ. 13:1, 2, Πραξ. 5:29), και τα προτρέπουν σε προσευχές και δεήσεις υπέρ αυτών, «ἵνα ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι» (1Τιμ. 2:1-4).
Για την ελευθερία της έρευνας στις Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε.
Πιστεύουν ότι η γραπτή ή προφορική συζήτηση, διερεύνηση, στοχαστική θεώρηση και διακίνηση ιδεών σχετικά με τις αλήθειες της Αγίας Γραφής από τα μέλη των Εκκλησιών της Κοινωνίας είναι ελεύθερη, εφόσον γίνεται με σεβασμό και αξιοπρέ-πεια και μέσα στα πλαίσια που δόθηκαν από τους Αποστόλους και αναφέρονται σε τούτο το Διάγραμ-μα Οργάνωσης και Πίστης (Εφεσ. 4:13, 14, Φιλιπ. 3:15, Πραξ. 17:11).
Για την εισδοχή νέων μελών στην Εκκλησία
4.20.1. Η τοπική Εκκλησία προσδέχεται ως μέλος της κάθε έναν που ζητάει αυτοβούλως την ένωσή του με αυτήν, ομολογεί δημόσια μπροστά στα μέλη της μετάνοια και πίστη στον Κύριο Ιησού Χριστό και αποδέχεται τις δογματικές αρχές των Εκκλησιών της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε.
4.20.2. Στην εφαρμογή της διαδικασίας εισδο-χής, η Εκκλησία ενεργεί με την κατάλληλη πνευματι-κή διάκριση, ώστε να εισέρχονται πραγματικά αναγεννημένα πρόσωπα, τα οποία Αυτός ο Κύριος Ιησούς Χριστός προσθέτει ως μέλη στην Εκκλησία Του (Πραξ. 2:47).
4.20.3. Ο τρόπος και η διαδικασία εισδοχής νέου μέλους αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια της τοπικής Εκκλησίας. Ενδεικτικά αναφέρονται οι ακόλουθες ενέργειες ως προϋποθέσεις εισδοχής μέλους στην Εκκλησία׃
4.20.3.1. Αίτημα εισδοχής στην Εκκλησία, προφορικό ή γραπτό, αφού ο αιτών λάβει γνώση του παρόντος Διαγράμματος.
4.20.3.2. Ακρόαση μπροστά στο Πρεσβυτέριο.
4.20.3.3. Ομολογία μπροστά στην Εκκλησία, εφόσον το Πρεσβυτέριο προηγουμένως κρίνει ότι ο ενδιαφε-ρόμενος/η είναι αναγεννημένος/η και είναι έτοι-μος/η πνευματικά να μετέχει στο Δείπνο του Κυρίου.
4.20.3.4. Αφήνεται χρόνος τουλάχιστον μιας εβδο-μάδας μετά την ομολογία του, μήπως κάποιο μέλος της Εκκλησίας γνωρίζει κάτι μεμπτό για τον αιτούντα, το οποίο αγνοεί το Πρεσβυτέριο.
4.20.3.5. Γίνεται καταρτισμός του νεοεισελθόντος μέλους πάνω στις αρχές πίστης και τάξης της Εκκλησίας και προτροπή να παρακολουθεί την διδασκαλία της Εκκλησίας.
4.20.3.6. Βάπτισμά του εντός ύδατος.
4.20.3.7. Συμμετοχή στο Δείπνο μετά από εύλογο χρονικό διάστημα, εφόσον δεν έχουν υποβληθεί σχετικές ενστάσεις. Αν υπάρξουν συγκεκριμένες αντιρρήσεις, το όλο θέμα επανεξετάζεται από το πρεσβυτέριο.
Τρόποι επίλυσης προβλημάτων στην Εκκλησία
4.21.1. Περιπτώσεις προβλημάτων, παραπτωμάτων, αποκλίσεων μελών της Εκκλησίας, που ενδεχομένως συνεπάγονται την λήψη πνευματικών μέτρων, εξετάζονται από το Πρεσβυτέριο. Εφόσον η κρίση του Πρεσβυτερίου είναι επιβαρυντική για το μέλος, αν θεωρηθεί απαραίτητο, ανακοινώνεται στην Εκκλησία.
4.21.2. Σε περιπτώσεις προβλημάτων ή αποκλί-σεων, οι ενέργειες της Εκκλησίας, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη, είναι οι εξής:
4.21.2.1. Η δια λόγου αντιμετώπιση όσων δημιουρ-γούν προβλήματα.
4.21.2.2. Η παράκληση [«Εὐοδίαν παρακαλῶ καὶ Συντύχην παρακαλῶ τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν κυρίῳ» (Φιλιπ. 4:2)].
4.21.2.3. Η απότομη (αυστηρή) σύσταση [«Ἳνα παρὼν μὴ ἀποτόμως χρήσωμαι κατὰ τὴν ἐξουσίαν ἣν ὁ κύριος ἔδωκέν μοι εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν» (2Κορ. 13:10), «Δι' ἣν αἰτίαν ἔλεγχε αὐτοὺς ἀποτόμως, ἵνα ὑγιαίνωσιν ἐν τῇ πίστει» (Τιτ. 1:13)].
4.21.2.4. Η διαταγή [«Οὕτως ἐν ταῖς ἐκκλησίαις πάσαις διατάσσομαι» (1Κορ. 7:17), «Τὰ δὲ λοιπὰ ὡς ἂν ἔλθω διατάξομαι» (1Κορ. 11:34)] και Πραξ. 16:4, 1Κορ. 14:37.
4.21.2.5. «Τί θέλετε; ἐν ῥάβδῳ ἔλθω πρὸς ὑμᾶς ἢ ἐν ἀγάπῃ πνεύματί τε πραΰτητος;» (1Κορ. 4:21).
4.21.2.6. Η απομάκρυνση από όσους περπατούν άτακτα.
4.21.2.6.1. [«Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, σκοπεῖν τοὺς τὰς διχοστασίας καὶ τὰ σκάνδαλα παρὰ τὴν διδαχὴν ἣν ὑμεῖς ἐμάθετε ποιοῦντας, καὶ ἐκκλίνετε ἀπ' αὐτῶν» (Ρωμ. 16:17)].
4.21.2.6.2. [«Παραγγέλλομεν δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, ἐν ὀνόματι τοῦ κυρίου {ἡμῶν} Ἰησοῦ Χριστοῦ στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατὰ τὴν παράδοσιν ἣν παρελάβοσαν παρ' ἡμῶν» (2Θεσ. 3:6)].
4.21.2.6.3. [«3 Εἴ τις ἑτεροδιδασκαλεῖ καὶ μὴ προσέρ-χεται ὑγιαίνουσι λόγοις τοῖς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῇ κατ' εὐσέβειαν διδασκαλίᾳ, 4 τετύ-φωται, μηδὲν ἐπιστάμενος, ἀλλὰ νοσῶν περὶ ζητή-σεις καὶ λογομαχίας, ἐξ ὧν γίνεται φθόνος, ἔρις, βλασφημίαι, ὑπόνοιαι πονηραί, 5 παραδιατριβαὶ διεφθαρμένων ἀνθρώπων τὸν νοῦν καὶ ἀπεστερη-μένων τῆς ἀληθείας, νομιζόντων πορισμὸν εἶναι τὴν εὐσέβειαν. ἀφίστασο ἀπὸ τῶν τοιούτων» (1Τιμ. 6:3-5 {TR})].
4.21.2.7. Η παράδοση στον Σατανά (αποκοπή από την Εκκλησία) προς μετάνοια [«3 ἐγὼ μὲν γὰρ ὡς ἀπὼν τῷ σώματι, παρὼν δὲ τῷ πνεύματι, ἤδη κέκρικα ὡς παρὼν τὸν οὕτω τοῦτο κατεργασάμενον, 4 ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου [ἡμῶν] Ἰησοῦ Χριστοῦ συναχθέντων ὑμῶν καὶ τοῦ ἐμοῦ πνεύματος σὺν τῇ δυνάμει τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ, 5 παραδοῦναι τὸν τοιοῦτον τῷ σατανᾷ εἰς ὄλεθρον τῆς σαρκός, ἵνα τὸ πνεῦμα σωθῇ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ κυρίου» (1Κορ. 5:3-5)] και 1Τιμ. 1:20, Πραξ. 8:20-22.
4.21.3. Η εκκλησιαστική ζωή της Καινής Διαθήκης μας παρέχει τυπικές περιπτώσεις ανήθικης ή αντιχριστιανικής συμπεριφοράς που πρέπει να τύχουν του ανάλογου χειρισμού από την Εκκλησία׃
4.21.3.1. «Ἀδελφοί, ἐὰν καὶ προλημφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοὶ καταρτί-ζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πραΰτητος, σκοπῶν σεαυτὸν μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς» (Γαλ. 6׃1).
4.21.3.2. «14 Εἰ δέ τις οὐχ ὑπακούει τῷ λόγῳ ἡμῶν διὰ τῆς ἐπιστολῆς, τοῦτον σημειοῦσθε μὴ συνανα-μίγνυσθαι αὐτῷ, ἵνα ἐντραπῇ· 15 καὶ μὴ ὡς ἐχθρὸν ἡγεῖσθε, ἀλλὰ νουθετεῖτε ὡς ἀδελφόν» (2Θεσ. 3׃14-15).
4.21.3.3. «Ἐὰν δὲ ἁμαρτήσῃ {εἰς σὲ} ὁ ἀδελφός σου, ὕπαγε ἔλεγξον αὐτὸν μεταξὺ σοῦ καὶ αὐτοῦ μόνου. ἐάν σου ἀκούσῃ, ἐκέρδησας τὸν ἀδελφόν σου» (Ματθ. 18׃15).
4.21.3.4. «9 Ἔγραψα ὑμῖν ἐν τῇ ἐπιστολῇ μὴ συναναμίγνυσθαι πόρνοις, 10 οὐ πάντως τοῖς πόρνοις τοῦ κόσμου τούτου ἢ τοῖς πλεονέκταις καὶ ἅρπαξιν ἢ εἰδωλολάτραις, ἐπεὶ ὠφείλετε ἄρα ἐκ τοῦ κόσμου ἐξελθεῖν. 11 νῦν δὲ ἔγραψα ὑμῖν μὴ συν-αναμίγνυσθαι ἐάν τις ἀδελφὸς ὀνομαζόμενος ᾖ πόρνος ἢ πλεονέκτης ἢ εἰδωλολάτρης ἢ λοίδορος ἢ μέθυσος ἢ ἅρπαξ, τῷ τοιούτῳ μηδὲ συνεσθίειν. 12 τί γάρ μοι τοὺς ἔξω κρίνειν; οὐχὶ τοὺς ἔσω ὑμεῖς κρίνετε; 13 τοὺς δὲ ἔξω ὁ θεὸς κρινεῖ. ἐξάρατε τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν» (1Κορ. 5׃9-13).
4.21.3.5. «1 Ὅλως ἀκούεται ἐν ὑμῖν πορνεία, καὶ τοιαύτη πορνεία ἥτις οὐδὲ ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὥστε γυναῖκά τινα τοῦ πατρὸς ἔχειν. 2 καὶ ὑμεῖς πεφυσιωμένοι ἐστὲ καὶ οὐχὶ μᾶλλον ἐπενθήσατε, ἵνα ἀρθῇ ἐκ μέσου ὑμῶν ὁ τὸ ἔργον τοῦτο πράξας; 3 ἐγὼ μὲν γάρ, ἀπὼν τῷ σώματι παρὼν δὲ τῷ πνεύματι, ἤδη κέκρικα ὡς παρὼν τὸν οὕτως τοῦτο κατεργα-σάμενον· 4 ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ κυρίου [ἡμῶν] Ἰησοῦ συναχθέντων ὑμῶν καὶ τοῦ ἐμοῦ πνεύματος σὺν τῇ δυνάμει τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ, 5 παραδοῦναι τὸν τοιοῦτον τῷ σατανᾷ εἰς ὄλεθρον τῆς σαρκός, ἵνα τὸ πνεῦμα σωθῇ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ κυρίου» (1Κορ. 5׃1-5).
4.21.3.6. «17 Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, σκοπεῖν τοὺς τὰς διχοστασίας καὶ τὰ σκάνδαλα παρὰ τὴν διδαχὴν ἣν ὑμεῖς ἐμάθετε ποιοῦντας, καὶ ἐκκλίνετε ἀπ' αὐτῶν· 18 οἱ γὰρ τοιοῦτοι τῷ κυρίῳ ἡμῶν Χριστῷ οὐ δουλεύουσιν ἀλλὰ τῇ ἑαυτῶν κοιλίᾳ, καὶ διὰ τῆς χρηστολογίας καὶ εὐλογίας ἐξαπατῶσιν τὰς καρδίας τῶν ἀκάκων» (Ρωμ. 16׃17, 18).
4.21.4. Αν μέλη της Εκκλησίας νομίζουν ότι το Πρε-σβυτέριο ή μέλος του αποκλίνει από το Διάγραμμα Οργάνωσης και Πίστης ή γενικότερα από τις αρχές της Αγ. Γραφής ή η ζωή του δεν συνάδει με τις αρχές του λόγου του Θεού, μπορούν να απευθυνθούν πρώτα στο Πρεσβυτέριο και, σε περίπτωση που αυτό δεν ανταποκρίνεται, στην εκάστοτε Εκτελεστική Δια-κονία, η οποία θα προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για επίλυση του ζητήματος, εφόσον η Εκκλησία το θέλει.
[«Ἐδηλώθη γάρ μοι περὶ ὑμῶν, ἀδελφοί μου, ὑπὸ τῶν Χλόης ὅτι ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσιν» (1Κορ. 1:11), «19 κατὰ πρεσβυτέρου κατηγορίαν μὴ παραδέχου, ἐκτὸς εἰ μὴ ἐπὶ δύο ἢ τριῶν μαρτύρων 20 Τοὺς ἁμαρτά- νοντας ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε, ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον ἔχωσιν» (1Τιμ. 5:19, 20), «καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν (Πραξ. 20:30)].
Για την αποκοπή από την Εκκλησία
4.22.1. Δεν έχει καμία θέση στις Ελεύθερες Ευαγγελικές Εκκλησίες׃
4.22.1.1. Ο αρνούμενος την αλήθεια περί του προσώπου του Ιησού Χριστού, όπως περιγράφεται στην Αγία Γραφή (2Ιωαν. 1:1-4, 9, 10, Λουκ. 12:9, 2Τιμ. 2:12).
4.22.1.2. Ο αρνούμενος την αναγκαιότητα ή την επάρκεια του Θανάτου και της Ανάστασης του Ιησού Χριστού για την δικαίωση του αμαρτωλού (Ιωαν. 11:25, Πραξ. 4:33, Ρωμ. 1:4, Ρωμ. 14:9).
4.22.1.3. Ο ηθικά ξεπεσμένος πιστός που παραμένει αμετανόητος, ώστε να διασύρεται το όνομα του Θεού και της Εκκλησίας (Παρ. 28:13, Ρωμ. 2:17-24).
4.22.1.4. Ο κατ' επανάληψη διαταράσσων την ειρήνη και την ενότητα της Εκκλησίας (Ρωμ. 16:17, 3Ιωαν. 1:9, 10).
4.22.1.5. Όποιος ασπάζεται και προωθεί φανερά ή κεκαλυμμένα πλάνες που έρχονται σε αντίθεση με την αλήθεια, η οποία αποκαλύπτεται μέσα στις Άγιες Γραφές (Δευτ. 13:1-5, Δευτ. 29:18-21, Εβρ. 12:15).
4.22.2. Για την αποκοπή μέλους από την Εκκλησία αποφασίζει το Πρεσβυτέριο.
Οργάνωση και λειτουργία των Εκκλησιών της Κ.Ε.Ε.Ε.
Γενικά
Οι Εκκλησίες που απαρτίζουν την Κοινωνία των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών είναι ανεξάρτητες, αυτοδιοικούμενες, ελεύθερες και ίσες μεταξύ τους, με κεφαλή τον Κύριο Ιησού Χριστό και κανόνα ζωής τον άγιο λόγο του Θεού. Συνεπώς η κάθε μία Εκκλησία μπορεί ελεύθερα να ρυθμίζει την οργάνωση και λειτουργία της μέσα στα πλαίσια της κοινής πίστης και ομολογίας, όπως αυτή διατυ-πώνεται στο παρόν Διάγραμμα.
Το Πρεσβυτέριο
Αποτελείται από πνευματικά ώριμα άρρενα μέλη της Εκκλησίας, τα οποία ειδικά χειροτονούνται (υποδεικνύονται, ορίζονται) για το έργο αυτό και συγκεντρώνουν τα προσόντα που αναφέρει ο λόγος του Θεού (Τιτ. 1:5-10, 1Τιμ. 3:1-8).
Τον αριθμό των πρεσβυτέρων, ανάλογα με τον αριθμό των μελών της, αποφασίζει η κάθε Εκκλησία ξεχωριστά.
Οι Πρεσβύτεροι ονομάζονται και Ποιμένες ή Επίσκοποι ή Προϊστάμενοι ή Ηγούμενοι (Πραξ. 20:28, 1Θεσ. 5:12, 1Πετρ. 5:1-5, Εβρ. 13:7).
Οι Πρεσβύτεροι είναι πρότυπα χριστιανικής ζωής και συμπεριφοράς (1Πετρ. 5:2, 3, Εβρ. 13:7, 17), οικοδομούν και προστατεύουν τους πιστούς (Πραξ. 20:28-31, 1Πετρ. 5:2).
Στα πνευματικά ζητήματα, το Πρεσβυτέριο συνιστάται να παίρνει ομόφωνες αποφάσεις για να μη δημιουργούνται ερεθισμοί μεταξύ των μελών του, που διχάζουν τελικά την Εκκλησία. Αν δεν συμφωνούν εν τέλει μεταξύ τους, είναι καλύτερα να μη λαμβάνεται απόφαση, μέχρι να συναινέσουν όλα τα μέλη.
Οι Πρεσβύτεροι δεν δέχονται κατηγορίες εναντίον άλλων Πρεσβυτέρων χωρίς να έχει εξετασθεί το ζήτημα, αλλά ούτε απορρίπτουν την κατηγορία χωρίς να την εξετάσουν, ώστε να διαφυλάττεται στη συνείδηση της Εκκλησίας το κύρος του Πρεσβυτερίου [«19 κατὰ πρεσβυτέρου κατηγορίαν μὴ παραδέχου, ἐκτὸς εἰ μὴ ἐπὶ δύο ἢ τριῶν μαρτύρων 20 Τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε, ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον ἔχωσιν» (1Τιμ. 5:19, 20)].
Το έργο τους συνίσταται κυρίως στην πνευμα-τική εποπτεία της Εκκλησίας, δηλαδή׃
5.2.7.1. Στη διαφώτιση και προφύλαξη της Εκκλησίας από παντοειδείς πλάνες, οι οποίες απειλούν την διδασκαλία της και την άγια ζωή της. Ως πρώτιστο μέτρο για την πνευματική αυτή εποπτεία, το Πρεσβυτέριο ασκεί έλεγχο δημοσίως από τον άμβωνα, αλλά και κατ' ιδίαν προσωπικά, χωρίς να εξαιρεί του ελέγχου κανέναν (π.χ. συγγενείς και φίλους) από αυτούς που φέρνουν ετεροδιδασκαλίες και κοσμικότητα στην Εκκλησία.
5.2.7.2. Στην πνευματική νουθεσία των άτακτων και σε κάθε πνευματική αρωγή σε εκείνους που ζητούν τις οδηγίες τους, ώστε να προλαμβάνουν κάθε απόκλιση της Εκκλησίας από την πνευματική ζωή, όπως παραγγέλεται στην Αγία Γραφή.
5.2.7.3. Στην παρακολούθηση και εναρμόνιση των διαφόρων Διακονιών της Εκκλησίας, για την όσο το δυνατόν πιο καρποφόρα και απρόσκοπτη λειτουργία τους.
5.2.7.4. Στην εν γένει διαχείριση ζητημάτων εμπι-στευτικής φύσης, που η ανακοίνωσή τους στην Εκκλησία δεν θα είχε οικοδομητικό αποτέλεσμα.
5.2.7.5. Στη ρύθμιση και την εποπτεία της πνευμα-τικής λειτουργίας της Εκκλησίας (κατήχηση μελών, συμπροσευχές, Κυριακά Σχολεία, συνάξεις Νέων, τέλεση Δείπνου του Κυρίου, βάπτισμα κλπ).
5.2.7.6. Στην ποίμανση της Εκκλησίας συλλογικά και ατομικά με κατ' οίκον επισκέψεις των μελών του Πρεσβυτερίου.
5.2.7.7. Στην ενημέρωση και τη συζήτηση με τα μέλη της Εκκλησίας, όσες φορές κριθεί αναγκαίο από το Πρεσβυτέριο. Το Πρεσβυτέριο δύναται να τηρεί Βι-βλίο Πρακτικών, όπου καταχωρούνται οι αποφάσεις του.
Τους Πρεσβυτέρους χειροτονεί (υποδεικνύει, ορίζει) κατ' αρχάς ο ιδρυτής της Εκκλησίας, εάν υπάρχει και βρίσκεται σε πνευματική ωριμότητα, ή τους αποτελούν οι πρώτοι πιστοί που χρησιμο-ποιήθηκαν από το Άγιο Πνεύμα για την ίδρυση της Εκκλησίας, εφόσον, κατά τη στιγμή της σύστασης της Εκκλησίας, βρίσκονται σε πνευματική ωριμότητα, ή χειροτονούνται από τους υπάρχοντες στην Εκκλησία Πρεσβυτέρους. Κατάλληλοι χειροτονίας θεωρούνται μόνο όσοι ξεχωρίζουν στη συνείδηση των μελών της Εκκλησίας ως πνευματικά ώριμοι και συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στον λόγο του Θεού (Τιτ. 1:5-9, 1Τιμ. 3:2-4).
5.2.8.1. Σε ειδικές περιπτώσεις είναι δυνατόν να ορισθούν Πρεσβύτεροι με την υπόδειξη της Εκτελεστικής Διακονίας, εφόσον το επιθυμεί η Εκκλησία [«Τούτου χάριν ἀπέλιπόν σε ἐν Κρήτῃ, ἵνα τὰ λείποντα ἐπιδιορθώσῃ καὶ καταστήσῃς κατὰ πόλιν πρεσβυτέρους, ὡς ἐγώ σοι διεταξάμην» (Τιτ. 1:5)].
Η ανάδειξη Πρεσβυτέρων με αρχαιρεσίες (εκλογές-ψηφοφορία) δεν βρίσκει έρεισμα στην Αγία Γραφή (Τιτ. 1:5).
5.2.10. Τα μέλη του Πρεσβυτερίου είναι ισόβια.
5.2.11. Η ανάκληση-κατάργηση μέλους πρεσβυτε-ρίου γίνεται στις εξής περιπτώσεις:
5.2.11.1. Αν υπάρξει εκούσια παραίτηση.
5.2.11.2. Αν επισυμβεί εκ των υστέρων έκπτωση για ηθικούς λόγους, κώλυμα εξ αιτίας ασθένειας ή γήρατος, έλλειψη ή εξάλειψη των προσόντων που απαιτούνται για την εκλογή του Πρεσβυτέρου, κατά την κρίση πάντα των υπολοίπων μελών του Πρεσβυ-τερίου.
5.2.11.3. Αν αποχωρήσει από την τοπική Εκκλησία.
5.2.12. Για την ανάκληση-κατάργηση μέλους του Πρεσβυτερίου απαιτείται ομοφωνία των υπολοίπων μελών και πλήρης αιτιολόγηση με παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων για τους πνευματικούς λόγους της κατάργησης και εφόσον προηγουμένως έχει κληθεί σε απολογία. Το υπό ανἀκληση-κατάργηση μέλος δεν συμμετέχει στη λήψη της σχετικής απόφασης. Ενδεικτικά αναφέρονται οι παρακάτω περιπτώσεις ανάκλησης-κατάργησης μέλους του Πρεσβυτερίου:
5.2.12.1. Αν κάποιο μέλος στρέφεται εναντίον των υπολοίπων μελών του Πρεσβυτερίου αναιτίως, απρεπώς, διαρκώς και συστηματικώς, όχι λόγω διαφορετικής τοποθέτησης ή γνώμης, αλλά γενικά εναντίον τους επί διαφόρων θεμάτων, χωρίς τα υπόλοιπα μέλη να έχουν προβεί σε αντεκδικήσεις και συκοφαντίες σε βάρος του.
5.2.12.2. Αν υπάρχουν αποδεδειγμένα ηθικοί λόγοι ή έχει ξεπέσει πνευματικά, ζώντας υπό αμαρτία που δεν εγκαταλείπει.
5.2.12.3. Αν εισάγει διδασκαλίες οι οποίες είναι ξένες προς τις αρχές που αποδέχεται η Εκκλησία στην οποία ανήκει, αλλά και η Κοινωνία των Ελεύθερων Ευαγγελικών Εκκλησιών.
5.2.13. Ανάδειξη και συμπλήρωση του Πρεσβυ-τερίου γίνεται από τα υπόλοιπα μέλη του ως εξής׃
5.2.13.1. Χειροτονούνται (υποδεικνύονται, ορίζονται) ομόφωνα, αποκλειστικά από το Πρεσβυτέριο της Εκκλησίας, άρρενα πνευματικά ώριμα μέλη, ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε Εκκλησίας. Απαιτείται προηγουμένως να έχει γίνει συζήτηση ιδιαιτέρως με τα υποψήφια μέλη και να έχουν συμφωνήσει ότι θα διατηρήσουν τις αρχές της Εκκλησίας. Η υπόδειξη από τα μέλη της Εκκλησίας υποψηφίων για μέλη του Πρεσβυτερίου δεν θεμε-λιώνεται στην Αγία Γραφή.
5.2.13.2. Τα ονόματά τους ανακοινώνονται στην Εκκλησία και ορίζεται προθεσμία δύο εβδομάδων για τυχόν υποβολή από κάποιο μέλος της Εκκλησίας ενστάσεων (ιδιαιτέρως και όχι δημοσίως) προς το Πρεσβυτέριο της Εκκλησίας. Οι αντιρρήσεις προς την υπόδειξη του Πρεσβυτερίου οφείλουν να είναι αντικειμενικές, σε κάποιες περιπτώσεις και ενυπό-γραφες, και να αποδεικνύονται με στοιχεία.
5.2.13.3. Μετά τη μελέτη των τυχόν ενστάσεων από το Πρεσβυτέριο, ανακοινώνεται στην Εκκλησία η σχετική απόφαση-κρίση του, συνοδευόμενη είτε με απόρριψη της πρότασης, αν οι αντιρρήσεις είναι βάσιμες, είτε με την επικύρωση της χειροτονίας. Στην τελευταία τούτη περίπτωση, το Πρεσβυτέριο με επίθεση των χειρών του επάνω στους νεοχειρο-τονούμενους Πρεσβυτέρους, ζητεί με προσευχή σε ειδική σύναξη της Εκκλησίας τις ευλογίες του Κυρίου στο πρόσωπό τους και την αποστολή τους, δηλώ-νοντας έτσι ταυτόχρονα ότι είναι υπεύθυνοι για τις μέλλουσες να προκύψουν συνέπειες αυτής της χειροτονίας.
5.2.13.4. Η Εκκλησία επισφραγίζει την καθιέρωση των νέων Πρεσβυτέρων με ευχαριστήριες προσευχές και δοξολογία.
5.2.14. Το Πρεσβυτέριο συνεργάζεται στενά με όλα τα μέλη της Εκκλησίας, ιδιαίτερα με τους Διακόνους και τους έχοντας χαρίσματα, ενεργήματα, δυνάμεις, ώστε να ασκείται η κατάλληλη διοίκηση για την πρόοδο της Εκκλησίας (1Κορ. 12:4-6, 28).
5.2.15. Η διατήρηση της διακονίας του Πρεσβυτέρου δεν ισχύει εκτός της τοπικής Εκκλησίας που έχει αναδειχθεί, διότι δεν αποτελεί τίτλο.
5.2.16. Για την τέλεση και βεβαίωση των γάμων κατά το νομικό τους μέρος, καθώς και για την ενώπιον των Δημοσίων Αρχών εκπροσώπηση της Εκκλησίας, το Πρεσβυτέριο χειροτονεί-ορίζει μετά από προσευ-χή, κατά προτίμηση εκ των μελών του, τον κατά Νόμον Λειτουργό ή, όπως ονομάζεται από την Πολι-τεία, τον Θρησκευτικό Λειτουργό, τον οποίο και γνωστοποιεί προς τις αρμόδιες Αρχές. Ο κατά Νόμον - Θρησκευτικός Λειτουργός δεν ταυτίζεται με τον Ποιμένα της Εκκλησίας, επειδή οι Ελεύθερες Ευαγγε-λικές Εκκλησίες έχουν πολλούς Ποιμένες, που είναι όλοι τους και μέλη του Πρεσβυτερίου, και όχι έναν και μοναδικό Ποιμένα (Πάστορα). Ο Λειτουργός δύναται να μην είναι και Πρεσβύτερος.
5.2.17. Οι Ελεύθερες Ευαγγελικές Εκκλησίες δεν λειτουργούν με την αρχή της μονοποίμανσης, δηλαδή μέσω ενός και μόνο Πρεσβυτέρου-Ποιμένα, εκτός αν τα μέλη της Εκκλησίας είναι λίγα ή λόγω απουσίας κατάλληλων προσώπων, ώστε αναγκα-στικά να διαθέτουν μόνο έναν και μοναδικό Πρεσβύ-τερο. Οι Πρεσβύτεροι ονομάζονται και Ποιμένες ή Επίσκοποι ή Προϊστάμενοι ή Ηγούμενοι (Πραξ. 20:17, 28).
5.2.18. Κάθε πράξη του Λειτουργού υποδεικνύεται και ελέγχεται από το Πρεσβυτέριο.
Οι Διακονίες
Οι Εκκλησίες της Κοινωνία των Ε.Ε.Ε. ενθαρ-ρύνουν τη λειτουργία Διακονιών στην Εκκλησία. Οι Διάκονοι πρέπει να συγκεντρώνουν τα προσόντα που ο λόγος του Θεού επιτάσσει (1Τιμ. 3:8-12).
Οι Διάκονοι μπορεί να υποδειχθούν από την Εκκλησία, αλλά ορίζονται από το Πρεσβυτέριο (Πραξ. 6:1-6).
Οι Διακονίες μπορούν να είναι τόσες, όσες κριθούν αναγκαίες για την υπηρεσία της Εκκλησίας. Ενδεικτικά και όχι περιοριστικά αναφέρονται οι ακόλουθες׃
5.3.3.1. Διακονία του λόγου του Θεού.
5.3.3.2. Διακονία του Δείπνου του Κυρίου.
5.3.3.3. Διακονία των κατά Νόμον Λειτουργών για την τέλεση των ιεροπραξιών και την εκπροσώπηση της Εκκλησίας.
5.3.3.4. Διακονία μέριμνας ασθενών αδελφών.
5.3.3.5. Διακονία Γραμματείας.
5.3.3.6. Διακονία Οικονομικών και Αντίληψης Αναγ-κών.
5.3.3.7. Διακονία ευταξίας κατά τις συνάξεις της Εκκλησίας.
5.3.3.8. Διακονία Χορωδίας.
5.3.3.9. Διακονία Νεολαίας. Ο Όμιλος Νέων δεν αποτελεί ξεχωριστό και ανεξάρτητο τμήμα από το υπόλοιπο σώμα της τοπικής Εκκλησίας.
5.3.3.10. Διακονία Κυριακών Σχολείων.
5.3.3.11. Διακονία παράστασης ενώπιον των Αρχών.
5.3.3.12. Διακονία συντήρησης και καθαριότητας του Ευκτηρίου Οίκου.
5.3.3.13. Διακονία Επισκέψεων κ.ά.
Την τάξη μεταξύ των Διακονιών και τον τρόπο λειτουργίας τους καθορίζει το Πρεσβυτέριο.
5.4. Χαρίσματα
5.4.1. Οι Ελεύθερες Ευαγγελικές Εκκλησίες της Κοινωνίας αναγνωρίζουν την εκδήλωση των χαρισμάτων μέσα στην Εκκλησία. Τα χαρίσματα είναι εκδηλώσεις του Αγίου Πνεύματος διαμέσου προικι-σμένων από το Πνεύμα προσώπων και αποβλέπουν στην οικοδομή της Εκκλησίας. Το χάρισμα πρέπει να συνοδεύεται απαραίτητα από άγια ζωή και να γίνεται αποδεκτό από την Εκκλησία.
5.4.2. Ειδικά το χάρισμα του λόγου πρέπει να είναι σύμφωνο με την διδασκαλία της Εκκλησίας, η οποία (διδασκαλία) εδράζεται στην Αγία Γραφή.
5.4.3. Το χάρισμα της διδασκαλίας αποσκοπεί στη συστηματική έκθεση των αληθειών του λόγου του Θεού. Το κήρυγμα πρέπει να περιέχει μήνυμα από το λόγο του Θεού για τον ευαγγελισμό των ψυχών, την παρηγοριά, την προτροπή, τον έλεγχο και την οικοδομή των πιστών.
5.4.4. Για την προφητεία οι Ελεύθερες Ευαγγελικές Εκκλησίες δέχονται ότι:
5.4.4.1 Η προφητεία είναι πνευματικό μήνυμα πάντοτε με βάση την Αγία Γραφή, το οποίο περιέχει οικοδομή, προτροπή και παρηγοριά [«Ὁ δὲ προφη-τεύων ἀνθρώποις λαλεῖ οἰκοδομὴν καὶ παράκλησιν καὶ παραμυθίαν» (1Κορ. 14:3 ), «29 Προφῆται δὲ δύο ἢ τρεῖς λαλείτωσαν, καὶ οἱ ἄλλοι διακρινέτωσαν· 30 ἐὰν δὲ ἄλλῳ ἀποκαλυφθῇ καθημένῳ, ὁ πρῶτος σιγάτω. 31 δύνασθε γὰρ καθ' ἕνα πάντες προφη-τεύειν, ἵνα πάντες μανθάνωσι καὶ πάντες παρακα-λῶνται· 32 καὶ πνεύματα προφητῶν προφήταις ὑπο-τάσσεται» (1Κορ. 14:29-32)].
5.4.4.2. Η πρόρρηση μελλοντικών γεγονότων υπάρχει μέσα στον λόγο του Θεού (Πράξ. 11:27, 28, 21:10, 11). Στις συγκεκριμένες όμως περιπτώσεις των ως άνω παραπομπών, υπήρχε η άμεση πληροφό-ρηση από το Άγιο Πνεύμα. Υπήρχε δηλαδή το κριτή-ριο της γνησιότητας του μηνύματος της προφητείας σε κάθε σύναξη της Εκκλησίας (1Κορ. 14:26, 30), για την οικοδομή των πιστών, μέσω αυτού του θαυμα-τουργικού τρόπου. Σήμερα όμως δεν έχουμε τον τρόπο μέσα από τον λόγο του Θεού, αλλά ούτε έχουμε και την άμεση πληροφόρηση του Αγίου Πνεύματος σε εκείνον τον βαθμό, ώστε να μπορούμε να ελέγξουμε αν η όποια πρόρρηση-αποκάλυψη είναι όντως αξιόπιστη και προερχόμενη από το Άγιο Πνεύμα. Ως εκ τούτου, η πρόρρηση μελλοντικών γεγονότων, καθώς και οι υποτιθέμενες αποκαλύψεις του τύπου «Το Άγιο Πνεύμα μου φανέρωσε αυτό ή εκείνο με την μορφή οράματος ή ενυπνίου» δεν μπορούν να γίνουν δεκτές για την οικοδομή της Εκκλησίας, αλλά ούτε και ως υποδείξεις προς άλλους αδελφούς.
5.4.4.3. Ο λόγος του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη μας παρέχει ένα σημαντικό κριτήριο σχετικά με την γνησιότητα ή μη τόσο της προφητείας, όσο και του προφήτη [«Ὅταν τὶς προφήτης λαλήσῃ ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου καὶ ὁ λόγος δὲν γείνῃ οὐδὲ συμβῇ, οὗτος εἶναι ὁ λόγος τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος δὲν ἐλάλησεν· ἐλάλησεν αὐτὸν ὁ προφήτης ἐν ὑπερηφανίᾳ» (Δευτ. 18:22)]. Συνεπώς, στην περίπτωση που κάποιος ισχυρίζεται ότι έχει το χάρισμα της προφητείας και τα λεγόμενα του δεν επαληθεύονται, τότε η πνευμα-τικότητα του προφήτη τίθεται υπό αμφισβήτηση.
5.4.5. Το χάρισμα της γλώσσας, τελευταίο στον κατάλογο των χαρισμάτων (1Κορ. 12:28), για να ασκείται πρέπει να γίνεται με την τάξη που αναφέρει ο λόγος του Θεού (1Κορ 14:5, 13, 27, 28), δηλαδή εντός των πλαισίων της Εκκλησίας και μόνο όταν υπάρχει διερμηνεία της γλώσσας. Δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο σε περιπτώσεις ανάγκης μεταδόσεως του μηνύματος του Θεού (π.χ. σε απόμακρες φυλές που η γλώσσα τους είναι παντελώς άγνωστη) ο Θεός να δώσει το χάρισμα της γλώσσας. Εντούτοις στις μέρες μας, ο ολοκληρωμένος γραπτός λόγος του Θεού είναι μεταφρασμένος σχεδόν σε όλες τις γνωστές γλώσσες και διαλέκτους, συνεπώς είναι αρκετός για μαρτυρία προς κάθε κατεύθυνση. Ο Απ. Παύλος προτρέπει στην Εκκλησία η ομιλία να γίνεται δια του νοός και όχι με γλώσσες [«Ἀλλ' ἐν ἐκκλησίᾳ θέλω πέντε λόγους τῷ νοΐ μου λαλῆσαι, ἵνα καὶ ἄλλους κατηχήσω, ἢ μυρίους λόγους ἐν γλώσσῃ» (1Κορ. 14:19), «Ὥστε, ἀδελφοί {μου}, ζηλοῦτε τὸ προφητεύειν καὶ τὸ λαλεῖν μὴ κωλύετε γλώσσαις» (1Κορ. 14:39)].
5.4.6. Οι Ελεύθερες Ευαγγελικές Εκκλησίες απορρί-πτουν ως αντιβιβλική την άποψη ότι για να λάβει κάποιος Πνεύμα Άγιο πρέπει έστω και μία φορά να λαλήσει ξένες γλώσσες. Το χάρισμα των γλωσσών δεν είναι υποχρεωτικό και δεν αποδεικνύει την πίστη κάποιου, ούτε την πνευματική κατάσταση ενός προσώπου [«Μὴ πάντες χαρίσματα ἔχουσιν ἰαμάτων; μὴ πάντες γλώσσαις λαλοῦσιν; μὴ πάντες διερμη-νεύουσιν;» (1Κορ. 12:30), «Ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς ἀκούσαντες τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, τὸ εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας ὑμῶν, ἐν ᾧ καὶ πιστεύσαντες ἐσφραγίσθητε τῷ πνεύματι τῆς ἐπαγγελίας τῷ ἁγίῳ» (Εφεσ. 1:13)].
5.4.7. Τα θαύματα και οι θεραπείες δεν αφορούν δυνατότητες συγκεκριμένων χαρισματούχων ατό-μων, αλλά ενέργειες του Θεού που τις πραγμα-τοποιεί όπως Εκείνος βούλεται.
5.4.8. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. δέχονται και ασκούν για περιπτώσεις ασθένειας των πιστών την ευχή της πίστης με επάλειψη ελαίου (Ιακ. 5:14-16), χωρίς να εξαρτούν από το τυπικό αυτό το μελλοντικό αποτέλεσμα θεραπείας, αλλά από τον Κύριο Ιησού Χριστό και από το θέλημά Του, στον Οποίον η ευχή και η υπακοή της πίστης απευθύνονται [«Καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ παρρησία ἣν ἔχομεν πρὸς αὐτόν ὅτι ἐάν τι αἰτώμεθα κατὰ τὸ θέλημα αὐτοῦ ἀκούει ἡμῶν» (1Ιωαν. 5:14)].
5.4.9. Οι οράσεις, οι οπτασίες, οι εκστάσεις δεν αποτελούν κανόνα της πνευματικής ζωής, αλλά ειδικές ενέργειες του Αγίου Πνεύματος. Στο χώρο αυτό των υπερφυσικών εκδηλώσεων του Πνεύματος υπάρχει μεγάλη πιθανότητα απομίμησης και πλάνης, όπως συχνά εκδηλώνεται μέσα σε ορισμένους ακραίους χαρισματικούς κύκλους. Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. πιστεύουν ότι τα χαρίσματα, ως ενέργειες του Αγίου Πνεύματος, δίνονται ελεύθερα από τον Θεό (1Κορ. 12:6), όπως Εκείνος θέλει (1Κορ. 12:11, Εβρ. 2:4), ο καρπός όμως του Αγίου Πνεύματος (Γαλ. 5׃22), ιδιαίτερα αυτός της αγάπης (1Κορ. 12:31, 13:13), πρέπει να επιδιώκεται από τον πιστό και αυτός κυρίως χαρακτηρίζει την πνευμα-τικότητα του πιστού.
5.5. Εκτελεστική Διακονία
5.5.1. Η Εκτελεστική Διακονία, όπως μαρτυρεί και ο τίτλος της, είναι υπηρετικό όργανο των Εκκλησιών για την ποικίλη πνευματική, νομική και υλική εξυπηρέτησή τους. Η γνώμη της Εκτελεστικής Διακονίας της Κοινωνίας των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών ή άλλης Εκκλησίας ή άλλου προσώπου, οποιαδήποτε και αν είναι η θέση του ή η αποστολή του στην Εκκλησία, είναι συμβουλευτική προς το Πρεσβυτέριο της τοπικής Εκκλησίας, το οποίο πρέπει να εξαρτάται, να δέχεται εντολές και να καθοδηγείται μόνο από την επουράνια κεφαλή του, τον Κύριο Ιησού Χριστό.
5.5.2. Όσον αφορά στο ζήτημα της επικοινωνίας με τον Κύριο κατά τα ανωτέρω, ισχύουν υπό την προϋπόθεση ότι το Πρεσβυτέριο βρίσκεται μέσα στο θέλημα του Θεού. Είναι αυτονόητο ότι Πρεσβυτέρια ή Εκκλησίες σε έριδες και διχοστασίες δεν μπορούν να ισχυρισθούν ότι δέχονται εντολές από τον Ιησού Χριστό, διότι βρίσκονται σε κατάσταση νηπιότητας και σαρκικότητας [«1 Κἀγώ, ἀδελφοί, οὐκ ἠδυνήθην λαλῆσαι ὑμῖν ὡς πνευματικοῖς ἀλλ' ὡς σαρκίνοις, ὡς νηπίοις ἐν Χριστῷ. 2 γάλα ὑμᾶς ἐπότισα, οὐ βρῶμα· οὔπω γὰρ ἐδύνασθε. ἀλλ' οὐδὲ ἔτι νῦν δύνασθε, 3 ἔτι γὰρ σαρκικοί ἐστε. ὅπου γὰρ ἐν ὑμῖν ζῆλος καὶ ἔρις, οὐχὶ σαρκικοί ἐστε καὶ κατὰ ἄνθρωπον περιπατεῖτε;» (1Κορ. 3:1-3)].
5.5.3. Οι Εκκλησίες που το επιθυμούν, μπορούν δια του Πρεσβυτερίου τους (σε άσκηση της απόλυτης δικαιοδοσίας τους) να ζητήσουν την βοήθεια της Εκτελεστικής Διακονίας για αντιμετώπιση ζητημάτων τους είτε συμβουλευτικά είτε αποφασιστικά.
5.5.4. Εκκλησία που διά του Πρεσβυτερίου της αρνείται να συμπορευθεί με τις άλλες Εκκλησίες της Κοινωνίας ή υιοθετεί τρόπους ζωής, συμπεριφοράς και ομολογίας διαφορετικές από το παρόν Διάγραμμα Οργάνωσης και Πίστης, ουσιαστικά θέτει τον εαυτό της εκτός της Κοινωνίας των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών.
5.5.5. Την απόφαση στο θέμα τούτο, δηλ. της διαγραφής μιας Εκκλησίας από την Κοινωνία των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών, λαμβάνει η Γενική Συνέλευση, μετά από εισήγηση της Εκτελεστικής Διακονίας ή οποιουδήποτε μέλους της Συνέλευσης των Εκκλησιών.
Γενική Συνέλευση της Κοινωνίας των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών - Εκτελεστική Διακονία
Κάθε έτος, το τριήμερο ή διήμερο πλησίον της εορτής της 28ης Οκτωβρίου ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο χρονικό διάστημα ορισθεί από την Εκτελεστική Διακονία, οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών στέλνουν τους εκπροσώπους τους -ανάλογα με την αριθμητική τους δύναμη- στη Γενική Συνέλευση των Εκκλησιών της Κοινωνίας, που πραγματοποιείται συνήθως στις εγκαταστάσεις των Κατασκηνώσεων Σουνίου ή και αλλού.
Στη Γενική Συνέλευση των Εκκλησιών συζητούνται, έπειτα από την κατάρτιση ημερήσιας διάταξης, πνευματικά και άλλα θέματα που αφορούν στην πνευματική ζωή των πιστών, την οργάνωση και λειτουργία των Εκκλησιών, τη σχέση τους με τις Αρχές και με άλλα εκκλησιαστικά συγκροτήματα ή κινήσεις και γενικότερα στις ποικίλες ανάγκες τους.
Τα πορίσματα των Γενικών Συνελεύσεων κοινοποι- ούνται στις Εκκλησίες με επιμέλεια της Εκτελεστικής Διακονίας. Κατά την διάρκεια των Γενικών Συνελεύ- σεων γίνεται και η εκλογή της Εκτελεστικής Διακο-νίας, σύμφωνα με τον ισχύοντα σχετικό Κανονισμό.
Οι Εκκλησίες της Κοινωνίας, εφόσον πορεύονται μέσα στις αρχές που εκτίθενται στο παρόν Διάγραμμα Οργάνωσης και Πίστης, διατηρούν την πνευματική τους ελευθερία, εξαρτώμενες κάθετα από την επουράνια κεφαλή τον Κύριο Ιησού Χριστό και καλλιεργώντας οριζόντια μεταξύ τους τον αδελ-φικό δεσμό της αγάπης και του αμοιβαίου σεβα-σμού, μέσα στα πλαίσια της πιο πάνω πίστης.
Ειδικότερα, για την σύγκληση και λειτουργία της ετήσιας Γενικής Συνέλευσης των εκπροσώπων και την συγκρότηση, θητεία και θέση της Εκτελεστικής Διακονίας εντός της Κοινωνίας των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών, πραγματεύονται οι δύο Ειδικοί Κανονισμοί׃
6.5.1. Περί "Γενικών Συνελεύσεων".
6.5.2. Περί "Εκτελεστικής Διακονίας", που ήδη έχουν κυρωθεί και ισχύουν ως Κανονισμοί της Κοινωνίας.
Διακονία των Σωματείων της Κοινωνίας των Ελεύθερων Ευαγγελικών Εκκλησιών.
Για τη διατήρηση και εξασφάλιση των περιουσιακών τους στοιχείων, καθώς και για την εκπροσώπησή τους στις Αρχές, οι Ελεύθερες Ευαγγελικές Εκκλησίες ίδρυσαν και διατηρούν Νομικά Πρόσωπα, δηλ. Σωματεία, που είναι επίσημα αναγνωρισμένα και λειτουργούν κατά τις διατάξεις της Ελληνικής Νομο-θεσίας.
Αυτά είναι τα εξής:
7.2.1. Το Σωματείο "Σύνδεσμος Μελών της Ελευθέρας Ευαγγελικής Εκκλησίας", που ιδρύθηκε το 1949 με σκοπό κυρίως την απόκτηση και διαφύλαξη των κτιρίων που στεγάζονται οι Εκκλησίες. Η συντήρηση ή επέκταση των κτηρίων όπου στεγάζεται κάθε Εκκλησία γίνεται με μέριμνα και έξοδα της τοπικής Εκκλησίας. Οι Εκκλησίες προτείνουν προς το Σωματείο τον αστικά υπεύθυνο, ο οποίος και έχει την ευθύνη για την ασφάλεια των κτηριακών υποδομών της Εκκλησίας.
7.2.2. Το Σωματείο "Κοινωνία των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών", που διατηρεί τα κοινά περιουσιακά στοιχεία, εκπροσωπεί τις τοπικές Εκκλησίες νομικά, εφόσον το επιθυμούν, σύμφωνα με ειδική εξουσιοδότηση. Το Σωματείο πραγματο-ποιεί τις διαδικασίες και παραστάσεις ενώπιον των Αρχών που χρειάζονται για τη νομιμοποίηση θρη-σκευτικών, πνευματικών, φιλανθρωπικών και άλλων δράσεων και σκοπών.
Περισσότερα στοιχεία για τα Σωματεία αναφέρονται στο πρώτο μέρος του Διαγράμματος περί Διοίκησης.
8. Καταστατικός Χάρτης της Κοινωνίας των Ε.Ε.Ε. η Αγία Γραφή
Τέλος, ως Καταστατικό Χάρτη που ρυθμίζει την οργάνωση και λειτουργία της Εκκλησίας, καθώς και την ζωή του πιστού, οι Εκκλησίες της Κοινωνίας των Ελευθέρων Ευαγγελικών Εκκλησιών αναγνωρίζουν τον γραπτό λόγο του Θεού, την Αγία Γραφή, στην οποία και προσφεύγουν σε κάθε περίπτωση.